Μέμα Σταθοπούλου


Ήταν πάντα αξιοπρεπείς και υπερήφανη, εντυπωσιακή και αναμφισβήτητα θεωρούταν από τις πιο καλλίγραμμές ηθοποιούς εκείνης της εποχής.  Μάλιστα ήταν τόσο γοητευτική και αγέρωχη, με μια σπάνια ομορφιά που την παρομοίαζαν με τις Γαλλίδες σταρ Δαλιδά και Μπριζίτ Μπαρντό. Γι’ αυτό και τις περισσότερες φορές, έπαιζε ρόλους ενζενί. Λάμβανε πολλά γράμματα από θαυμαστές της και κατά πλειοψηφία από άντρες, μέχρι και έναν ιερωμένο, ο οποίος βέβαια με όμορφο τρόπο, της εκδήλωνε τα συναισθήματα του. Είχε λάβει τόσα πολλά γράμματα, που σκεφτότανε να τα εκδώσει σαν βιβλίο, τα πιο σημαντικά και τα πιο χαρακτηριστικά από αυτά, τα οποία θα κινούσαν το εν διαφέρον του κόσμου. Θεωρούσε τον εαυτό της από τα τυχερά παιδιά του ελληνικού κινηματογράφου, γιατί δεν αντιμετώπισε, όπως λέει η ίδια, ιδιαίτερα προβλήματα στο χώρο. Στον κινηματογράφο είχε γυρίσει αρκετές ταινίες, αλλά μόνο μερικές έχουν διασωθεί και παίζονται μέχρι και σήμερα.

Η Δήμητρα «Μέμα» Σταθοπούλου γεννιέται το 1942 στην Πάτρα ως ένα από τα δυο παιδιά ενός μαθηματικού αριστερών φρονημάτων, ο οποίος διατηρούσε εμπορικό κατάστημα. Η μικρή γνώρισε από πρώτο χέρι τις περιπέτειες της εποχής και τις διώξεις του πατέρα της, το κυνήγι και τις συλλήψεις, με το ταραγμένο κλίμα να σφραγίζει τις πρώτες στιγμές της στον κόσμο.
Από μικρή αγάπησε τον αθλητισμό και τον χορό και ήδη από το σχολείο διακρίθηκε στον στίβο, μέσα από τις τάξεις της Παναχαϊκής. Τότε θα έρθουν τα πρώτα μετάλλια στο άλμα εις μήκος και τα κύπελλα, ανοίγοντας την όρεξή της για το μέλλον.

Κι έτσι όταν ανακοινώνει στους γονείς της ότι σκοπεύει να κατέβει στην Αθήνα για να δώσει εξετάσεις στη Γυμναστική Ακαδημία, εκείνοι μόνο αντίρρηση δεν είχαν, μιας και το ράφι που φιλοξενούσε τα μετάλλια και τους επαίνους ήταν γεμάτο. Καταφτάνοντας ωστόσο στην Αθήνα, δεν περνά το κατώφλι της Γυμναστικής Ακαδημίας αλλά της δραματικής σχολής!

Αν ήταν παρόρμηση της στιγμής ή καλομελετημένο σχέδιο, κανείς δεν ξέρει, η απόφασή της όμως σύντομα θα δικαιωνόταν και με το παραπάνω. Η προοδευτική οικογένεια δεν έχει εξάλλου αντίρρηση για τη μεγάλη αυτή στροφή της Μέμας από τον αθλητισμό στο σανίδι, καθώς όπως έλεγε η ίδια ήταν φιλελεύθεροι και ανοιχτόμυαλοι άνθρωποι και πάντα τη στήριζαν στις επιλογές της.
Επιστρέφοντας λοιπόν στην Πάτρα μετά τις εξετάσεις, στο ερώτημα του πατέρα της, Γιώργου, για το πώς τα πήγε, εκείνη απάντησε όλο θάρρος πως πέτυχε, αν και δεν εννοούσε τη Γυμναστική Ακαδημία αλλά το θέατρο!

Η Σταθοπούλου σπουδάζει στη σχολή του Πέλου Κατσέλη και κατόπιν στη δραματική του Εθνικού Θεάτρου, βάζοντας έτσι γερά θεμέλια για μια μετεωρική καριέρα που είναι έτοιμη να ξεκινήσει.
Το ντεμπούτο της στο θέατρο θα το κάνει το 1964, σπουδάστρια ακόμα, όταν και εμφανίστηκε δίπλα στον Τάκη Χορν στον «Δικέφαλο Αετό» του Ζαν Κοκτό του Εθνικού. Και τι ντεμπούτο ήταν αυτό! Όπως το είπε εξάλλου και η ίδια, ήταν η πιο ξεχωριστή στιγμή της θεατρικής της καριέρας. Την επόμενη μάλιστα χρονιά θα γίνει πρωταγωνίστρια στην παράσταση «Ένας έρωτας που δεν τελειώνει ποτέ», του Ρουσέν, θα πάρει διθυραμβικές κριτικές και θα καθιερωθεί αμέσως ως μια από τις ανερχόμενες νεαρές ηθοποιούς!

Το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο, το αναντίρρητο ταλέντο αλλά και το όμορφο παρουσιαστικό της θα τη φέρουν αμέσως στην επικράτεια του ελληνικού σινεμά, που πάντα έψαχνε νέες και ωραίες ενζενί να πλαισιώσουν τους πρωταγωνιστές της μεγάλης οθόνης. Κι έτσι την ίδια χρονιά θα κάνει τις παρθενικές της εμφανίσεις στον ελληνικό κινηματογράφο και θα γίνει η αγαπημένη των περιοδικών της εποχής!

«Την πρώτη μέρα των γυρισμάτων είχα τη σιγουριά, το κέφι και το θάρρος του ερωτευμένου πρωτόπειρου ψαρά», είπε χρόνια μετά για τα πλατό των «Επικίνδυνων» (1964), ένα έργο του Πάνου Λάφη, της ταινίας που τη σύστησε στο ελληνικό κοινό. Και την καθιέρωσε αμέσως, καθώς παραγωγοί, σκηνοθέτες αλλά και κόσμος έμοιαζαν μαγεμένοι από την παρουσία της.
Μέσα σε τρία χρόνια (1964-1967), η Σταθοπούλου θα παίξει σε σωρεία ταινιών, δίπλα συνήθως στον παρτενέρ της σε οθόνη και πραγματική ζωή, Θάνο Λειβαδίτη, με το μπαράζ των 15 αυτών φιλμ να εγγυάται τη μακροημέρευσή της στον χώρο: «Στη σκιά μιας άλλης» και «Άπονη ζωή» το 1964, «Το φτωχόπαιδο», «Οι καταφρονεμένοι», «Ο νικητής», «Με ιδρώτα και δάκρυα», «Θα ζήσω για σένα», «Επιστροφή» και «Αφήστε με να ζήσω» το 1965, «Οι άγγελοι της αμαρτίας», «Η παραστρατημένη» και «Δοκιμασία» το 1966 και «Του χωρισμού το τρένο», «Το κορίτσι της οργής» και «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω» το 1967!

Το ειδύλλιο με τον Λειβαδίτη δεν προχώρησε (ήταν ένα από τα χρυσά ζευγάρια της ελληνικής showbiz του καιρού που και μετά τον χωρισμό τους και ως το τέλος της ζωής της, οι σχέσεις τους ήταν άριστες) και το «ξανθό κορίτσι της Καραγιάννης-Καρατζόπουλος» συμπρωταγωνίστησε στην πορεία με τους πάντες, από τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον Κώστα Καζάκο, τον Άγγελο Αντωνόπουλο, τον Κώστα Βουτσά μέχρι και τους Ανδρέα Ντούζο, Μάνο Κατράκη, Γιάννη Φέρτη, Νίκο Ρίζο, Γιάννη Γκιωνάκη και τόσους ακόμα.


Γενικά είχε συμμετέχει σε 39 ταινίες, από τις οποίες η μεγαλύτερη της επιτυχία ήταν αυτή του Κώστα Καραγιάννη ‘’Ένας μάγκας στα σαλόνια’’, με τον Γιάννη Βόγλη. Δύο από τις κινηματογραφικές της επιτυχίες ήταν ‘’ Ένας άφραγκος Ωνάσης’’ και ‘’Φουκαράδες και Λεφτάδες’’ οι οποίες είχαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.

Όταν δεν ήταν στα πλατό και το θεατρικό σανίδι, κοσμούσε τα περιοδικά του καιρού με μπαράζ φωτογραφίσεων και εξωφύλλων στο «Ρομάντζο», το «Φαντάζιο» και τη «Βεντέτα»! Μετά τις 15 ταινίες που έκανε στο πλευρό του Λειβαδίτη, θα ακολουθούσαν άλλες 12 με διάφορους κινηματογραφικούς παρτενέρ.


Η καριέρα της συνεχίστηκε με την ίδια δυναμική μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε τον βιομήχανο Δημήτρη Μαρούση. Η παραγωγή των τίτλων είναι δηλωτική: «Μεγάλες αγάπες» και «Ζήσε για την αγάπη μας» το 1968, «Φίλησε με πριν φύγεις για πάντα», «Νυφοπάζαρο», «Ένας μάγκας στα σαλόνια» και «Ένας άφραγκος Ωνάσης» το 1969, «Φουκαράδες και λεφτάδες» και «Ο τρελός της πλατείας Αγάμων» το 1970, «Κάθε ναυάγιο και μια κόλαση» το 1971 και «Στη θύελλα της μεγάλης αγάπης» το 1972, το κύκνειο άσμα της.

Έβλεπε τις ταινίες που είχε γυρίσει και με αυτές, όπως έλεγε και βλέποντας τον εαυτό της, διασκέδαζε. Έβλεπε πως φαινόταν στο γυαλί, διόρθωνε κάτι που δεν της άρεσε στην επόμενη ταινία, προσπαθούσε να αποκτήσει περισσότερη πείρα και πάντα πίστευε ότι ο άνθρωπος διδάσκεται από το παρελθόν του, για να μπορεί να κτίσει το μέλλον του. Γι’ αυτό και ήταν ευχαριστημένη με αυτά που έκανε και για την προσπάθεια που έκανε, να είναι σωστή σε όλα τα επίπεδα της δουλειάς της.

Η ηθοποιός φαινόταν να ανακόπτει ρυθμούς μετά τον γάμο της, όταν και πήρε ξαφνικά την απόφαση να αποσυρθεί, εκεί στον κολοφώνα της δόξας της. Παρά το γεγονός ότι ήταν στα πολύ πάνω της και τα συμβόλαια έπεφταν βροχή, όντας στον όγδοο πια χρόνο της κινηματογραφικής και θεατρικής της καριέρας, η Μέμα είπε να καταλαγιάσει και να κάνει οικογένεια. Και έκανε, αποκτώντας δύο παιδιά, τον Κώστα και την Ελένη. Ο Κώστας συνέχυσε την οικογενειακή επιχείρηση, η Ελένη όμως στα εικοσιτέσσερα της χρόνια, έχασε την ζωή της από τροχαίο ατύχημα, έξι χρόνια μετά τον θάνατο της μητέρας της, το 2005.

Παρά το γεγονός ότι η ένωση με τον εργοστασιάρχη δεν μακροημέρευσε, καθώς έληξε άδοξα έπειτα από μια δεκαετία, η Σταθοπούλου δεν επέστρεψε στο σινεμά και το σανίδι, καθώς όπως είπαμε πίσω στη ζωή της δεν κοίταξε ποτέ.

Η Σταθοπούλου αγαπούσε πολύ την υποκριτική και όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή της, αν της δινόταν η ευκαιρία να επιλέξει για δεύτερη φορά, πάλι το ίδιο επάγγελμα θα διάλεγε. Ήθελε όμως να είναι προσηλωμένη μητέρα και σύζυγος.

Οι αρχές της δεκαετίας του 1980 θα βρουν τη Μέμα στην Πάτρα να διατηρεί τη δική της επιχείρηση, καθώς κακομαθημένο πλουσιοκόριτσο ήταν μόνο στα κινηματογραφικά πλατό. Η μπουτίκ γυναικείων ρούχων της άντεξε για τρία χρόνια, όταν και αποσύρθηκε οριστικά από τα φώτα της δημοσιότητας, ζώντας μια ήρεμη και αξιοπρεπή ζωή.

Όπως δήλωσαν κατόπιν φίλοι και συγγενείς της, το σαράκι του θεάτρου δεν σταμάτησε να την κατατρώει, αν και στο σανίδι δεν θα ξανανέβαινε ποτέ. Πάντα λαχταρούσε πότε θα ερχόταν η μέρα για να παίξει ξανά, αλλά στενοχωριόταν πάρα πολύ, που ποτέ δεν την φώναξαν στο ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας να ενσαρκώσει τον οποιοδήποτε ρόλο. Η εντυπωσιακή Μέμα Σταθοπούλου, το sex symbol των δεκαετιών του ’60 και του ’70, έδινε τη μάχη με την επάρατο από το 1997, την οποία και έχασε τελικά στις 17 Οκτωβρίου 1999.

Την επομένη, ένα βροχερό απόγευμα, τελέστηκε η κηδεία της στο κοιμητήριο της Πάτρας και πλάι στον κόσμο που έσπευσε για το ύστατο χαίρε ήταν και ο Θάνος Λειβαδίτης, θυμίζοντας σε όλους το ανεπανάληπτο ζευγάρι του ελληνικού μελό.


Δεν πίστευε ότι οι αναμνήσεις του παρελθόντος, μπορούσαν να την κάνουν να νιώθει ξανά τα συναισθήματα που είχε τότε. Απλά την συντρόφευαν και την βοηθούσαν να βλέπει την ζωή, με την ίδια αισιοδοξία που είχε και τότε. Η ίδια έλεγε ότι είχε ζήσει πολύ όμορφα, ήταν ευχαριστημένη για όλα τα πράγματα που είχε κάνει και δεν λυπήθηκε ποτέ για τίποτα απ’ αυτά που έκανε, γιατί όλα ήταν συνειδητά.

Πηγή: newsbeast.gr, ellinikoskinimatografos.gr, mixanitouxronou.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άντον Τσέχωφ: Ο Γλάρος - Αποσπάσματα

Λόρδος Βύρων - Αποφθέγματα

Γιάννης Δαλιανίδης - Κατήφορος

Διονύσιος Σολωμός - Η γυναίκα της Ζάκυνθος, Κεφάλαια 3 & 4

Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης - Η παλαιότερη εν ενεργεία μονή στη Ελλάδα και την Ευρώπη

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Αποφθέγματα

24 Αυγούστου 79 μ.Χ. - Η τελευταία ημέρα της Πομπηίας