Γιάννης Δαλιανίδης - Κατήφορος


Ο Γιάννης Δαλιανίδης για τον Κατήφορο

Ήμουν νεαρός τότε που βρέθηκα σ’ ένα πάρτι μαζί με άλλους νεαρούς και νεαρές, όταν το βερμούτ που ήπιαμε σχεδόν ξεροσφύρι άρχισε να μας κάνει πιο ζωηρούς. Τόσο ζωηρούς που γδύσαμε, σχεδόν με το ζόρι, την πιο - ας πούμε - ελαφρόμυαλη της παρέας. 

Την άλλη μέρα, ύστερα απ’ το χάπενιγκ όπως θα ‘λεγαν κι οι αγγλομαθείς, είχα το θέμα του καινούργιου μου σεναρίου. Ο Κατήφορος άρχισε να γράφεται. Το γράψιμο τελείωσε, αλλά κανένας παραγωγός δεν ήθελε να το γυρίσει. Η απάντηση ήταν η ίδια απ’ όλους.
- Αφου είσαι καλός στις κωμωδίες, τι τα θέλεις τα δράματα; … Ύστερα είναι και το θέμα. Ποιον ενδιαφέρουν αυτά που κάνουν μερικά παιδόπουλα;

Ως τότε, όλες μου οι κινηματογραφικές επιτυχίες ήταν μόνο κωμωδίες, πώς να μου εμπιστευτούν ένα δράμα; Κι ήρθε ο Φίνος. Του διάβασα τον Κατήφορο. Ενθουσιάστηκε, τον πίστεψε και τον γυρίσαμε. Δεν έπεσε έξω.

Ο Κατήφορος ήταν ένα κοινωνικό μέλο και δεν είχε καμιά σχέση με το μελό του ελληνικού κινηματογράφου της εποχής εκείνης.

Η ταινία ξάφνιασε κι αποτέλεσε το γεγονός της χρονιάς. Μέχρι κι ο γιος της Φρειδερίκης πήγε και την είδε. Ο Κώστας Σταματίου έγραψε στην Αυγή:
“Σαν ταινία ο Κατήφορος εχει στιγμές καλές, σωστές και ισάξιες ευρωπαϊκών παρόμοιων έργων”, και παρακάτω: “Το γεγονός ότι από ένα τόσο επικίνδυνο θέμα βγήκε μια αξιοπρεπής ταινία, εγγράφεται στο ενεργητικό του σκηνοθέτη”. Αλλά κι ο Αχ. Μαμάκης γράφει στο Έθνος: “Ο Κατήφορος έχει σκηνές πρωτόγνωρες για ελληνική ταινία”.

Όχι πως δεν υπήρξαν και δυσμενείς κριτικές... αλλά πολύ σύντομα, αυτοί οι ίδιοι που τις έγραψαν, όταν αναφέρονταν σε μένα μιλούσαν για το “Δημιουργό του Κατήφορου”.

Τριάντα χρόνια αργότερα, να τι γράφει ο Παναγιώτης Τιμογιαννάκης τα Νέα. “Ο κατήφορος είναι η ταινία σταθμός του ελληνικού κινηματογράφου και του Γιάννη δαλιανίδη για την παραστρατημένη νεογενιά της Αθήνας, στις αρχές του 60, με τους τότε αγνώστους νεαρούς που σ’ ένα βράδυ έγιναν διάσημοι. 

Η ταυτότητα του έργου

Σενάριο - Σκηνοθεσία: Γιάννης Δαλιανίδης
Παραγωγή: Finos Films
Πρώτη προβολή: 4 Δεκεμβρίου 1961
Χρονολογία γυρίσματος: 1961

Έπαιξαν:
Ζωή Λάσκαρη (Ρέα), Νίκος Κούρκουλος (Κώστας), Βαγγέλης Βουλγαρίδης (Πέτρος), Μίρκα Καλατζοπούλου (Λένα), Παντελής Ζερβός (κ. Νικολάου), Ελένη Ζαφειρίου (κ. Νικολάου), Λαυρέντης Διανέλλος (κυρ - Σωτήρης), Περικλής Χριστοφορίδης (πατέρας του Πέτρου), Κώστας Βουτσάς (Μπισμπιρίγκος), Νίτσα Μαρούδα (Μαρία), Μαίρη Φορμόζη (Γεωργία) 




Αποσπάσματα

Σκηνή 1, Νύχτα, πάρτυ σε σαλόνι σε πολυκατοικία 

Λέτα:

Καλέ μαμά, άντε πάρε τη θεία και πηγαίνετε μέσα, τα παιδιά ντρέπονται.

Παπαδοπούλου:

Τι ντρέπονται; Δεν ντρέπονται, χορεύουν μια χαρά.

Λέτα:

Χορεύουν! Δεν βλέπεις που μας έχετε χαλάσει όλο το κέφι;

Παπαδοπούλου:

Σε παρακαλώ, Λέτα, πήγαινε. Έλα, πήγαινε να περιποιηθείς τους φίλους σου και άσε μένα. Σου το ‘πα. Θες πάρτι; Θα ‘μαι κι εγώ μπροστά, μόνα δε σας αφήνω, πάει τελείωσε.

Λέτα:

Σε κανένα σπίτι δε γίνεται αυτό.

Παπαδοπούλου:

Δεν ξέρω τι γίνεται αλλού, στο δικό μου το σπίτι γίνεται έτσι, κι αν τους αρέσει.

Λέτα:

Άμα πεις κάτι εσύ… (Φεύγει θυμωμένη)

Θεία:

Τη θύμωσες.

Παπαδοπούλου:

Θύμωσε, ξεθύμωσε, αυτό είναι... Όχι, Νίτσα μου, αυτά που ακούω δε θέλω να με βρούνε εμένα, τα παιδιά σήμερα είναι επικίνδυνα. Α, να ‘ταν αγόρι δε θα μ’ ένοιαζε και τόσο!

Θεία:

Έχεις δίκιο! 


Σκηνή 30 - Σπίτι Ρέας

Πέτρος:

Άκουσε, Ρέα. Προηγουμένως ήρθα πραγματικά σε πολύ δύσκολη θέση, δεν ήξερα πώς να φερθώ. Σ’ αγαπώ, σου το ‘χω πει πολλές φορές ότι σ’ αγαπώ και θέλω να γίνεις το κορίτσι μου. Αν είναι, όμως, να ‘ρθεις σε μένα γιατί θέλεις να εκδικηθείς τον άλλον, τότε αυτό δε μ’ αρέσει.

Ρέα:

Το λες αυτό επειδή έγινε το επεισόδιο; Εγώ με τον Κώστα θα τα χαλούσα οπωσδήποτε.

Πέτρος:

Προχθές, όμως, ακόμα, μου ‘λεγες ότι ταιριάζετε.

Ρέα:

Ταιριάζαμε. Τώρα δεν ταιριάζουμε.

Πέτρος:

Επειδή σου είπε δυο κουβέντες;

Ρέα:

Και γι’ αυτό, και γιατί μπήκες κι εσύ στη μέση.

Πέτρος:

Τόσον καιρό ήμουν στη μέση, τώρα με πρόσεξες;

 Ρέα:

Πέτρο, άκου σε παρακαλώ. Δε μ’ αρέσουν οι πολλές συζητήσεις αυτού του είδους, μ’ αγαπάς ή δε μ’ αγαπάς, πες’ το καθαρά. Εγώ σου το ‘πα, μ’ αυτό τον κύριο τελειώσαμε, δεν θέλω να τον δω ούτε στα μάτια, εσύ μ’ αρέσεις. Τι θα γίνει, λοιπόν, ορίστε, σου κάνω κι ερωτική εξομολόγηση. Με θέλεις ή δε με θέλεις;

(Ο Πέτρος χαμόγελα)

Ρέα:

Μη γελάς. Βέβαια, το πράγμα γίνεται αστείο έτσι που το κάνουμε, αλλά και τα πολλά λόγια…

Πέτρος:

Ρέα, αν σε θέλω ή δε σε θέλω το ξέρεις πολύ καλά, σου το ‘χω πει χιλιάδες φορές. Εκείνο που δε σου ‘χω πει είναι πώς σε θέλω.

Ρέα:

Υπάρχουν και όροι;

Πέτρος:

Δεν είναι όροι... Ξέρεις πολύ καλά πόσα λέγονται εις βάρος σου.

 Ρέα:

 Πέτρο, σταμάτα. Αν είναι ν’ αρχίσεις να με προσβάλλεις, όπως έκανε ο άλλος πρωτύτερα, σταμάτα. Δε μ’ ενδιαφέρει τι λέει ο κόσμος κι αν σ’ ενδιαφέρει τι λέει ο κόσμος εσένα, καλά θα έκανες να μην ερχόσουν στο σπίτι μου. Είμαι αυτή που είμαι και σ’ όποιον αρέσω.

Πέτρος:

Όχι, έτσι δε μ’ αρέσεις, Ρέα. Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ πάρα πολύ, αλλά δε θέλω να κερδίσω ένα κορίτσι που έρχεται σε μένα για ένα καπρίτσιο, για να εκδικηθεί, όπως σου είπα, κάποιον άλλον ή για να περάσει μερικά ευχάριστα βραδιά μαζί μου.

 Ρέα:

Ε, ωραία τότε, άσε με ήσυχη.

Πέτρος:

Όπως θέλεις.

[...]

Λένα:

Τι έγινε με τον Πέτρο, μαλώσατε;

Ρέα:

Δε φταίει κανείς, εγώ φταίω που μπλέκω με τ’ ανήλικα. Πήρε αμέσως το ύφος του ο κύριος κι άρχισε ν’ απαγγέλλει κατηγορία σα να ‘ναι δικαστής.

Λένα:

Δε σε καταλαβαίνω, για εξήγησέ μου τι έγινε;

Ρέα:

Ήρθε απ’ εδώ ο Κώστας.

Λένα:

Και πιάστηκαν με τον Πέτρο;

Ρέα:

Όχι, με μένα. Ζήλεψε. Δεν καταλαβαίνεις; Αρχισε να με προσβάλει. Τον πέταξα έξω, κι αντί ο κύριος να ευχαριστηθεί άρχισε τα μου και σου και τις διδασκαλίες και στο τέλος με πρόσβαλε κι αυτός.

Λένα:

Και τον έδιωξες;

Ρέα:

Όχι, θα τον άφηνα. Είχε δίκιο ο Κώστας, από φλώρους τι περιμένεις;


Σκηνή 35 - Αστυνομικό τμήμα.

Αστυνομικός:

Λυπούμαι πολύ γι’ αυτό που σας συνέβη, κύριε Νικολάου, πραγματικά, λυπούμαι πάρα πολύ. Νομίζω, όμως, ότι έχετε και σεις μια ευθύνη για ότι έγινε. Ισως έχετε τη μεγαλύτερη ευθύνη εσείς. Πώς αφήνετε ανεξέλεγκτη την κόρη σας να τριγυρίζει απ’ εδώ κι από ‘κει. Εμένα ο μακαρίτης ο πατέρας μου, μια φορά πήγα στο σπίτι ύστερα απ’ αυτόν, και μ’ έσπασε στο ξύλο. Εσείς τα χαϊδεύετε τα παιδιά σας, κι όχι μόνο τα χαϊδεύετε, αλλά δεν κάνετε τίποτα για να τα περιορίσετε. Ξέρετε τι βλέπουν κάθε μέρα τα μάτια μου εδώ πέρα; Ανήλικους κλέφτες, ανήλικους εκβιαστές, απατεώνες, πόρνες και όλα αυτά τα παιδιά προέρχονται από κάποιες οικογένειες. Τι να σου κάνει η αστυνομία; Όταν μπαίνει στη μέση αυτή, είναι πολύ αργά. Εσείς, μόνο εσείς μπορείτε να προλάβετε το κακό, δυστυχώς όμως!

Νικολάου (Πατέρας Ρέας):

Συγνώμην, έχετε παιδιά;

Αστυνομικός:

Όχι, αλλά…

Νικολάου:

Αν είχατε... Αν είχατε, δε θα μιλούσατε έτσι. Πώς να το ελέγξεις; Θα αφήσεις τη δουλειά σου και θα τρέχεις πίσω του; Να μην τ’ αφήσεις να βγει; Αργεί να ‘ρθει στο σπίτι, όχι ξύλο σου λένε οι παιδαγωγοί, δημιουργεί στο παιδί ψυχικά τραύματα. Έχουμε κι αυτή τη μόδα, βλέπετε. Τ’ αφήνεις ελεύθερο, κάνεις το σταυρό σου και λες ο Θεός να του δίνει φώτιση. Ξέρω ‘γω τι να σας πω, ίσως έχετε δίκιο και σεις… Μ’ αυτό που με βρήκε, κοντεύει να μου σαλέψει το μυαλό…


Σκηνή 52 - Δικαστήριο

Νικολάου:

Κύριοι ένορκοι. Ευτυχώς και δυστυχώς, όπως είπον και προ ολίγου, από τα αποκαλυφθέντα εκ της μίκρας αδελφής της κατηγορουμένης προέκυψαν σαφώς ελαφρυντικά δι’ αυτήν. Διότι, μπορεί μεν η Νικολάου να είναι ένοχος  διότι επυροβόλησε με σφαίρες, εξίσου όμως ένοχος είναι κι ο Κώστας, διότι ήταν απ’ τους ανθρώπους που πυροβολούν και εξοντώνουν τους συνανθρώπους των με ατίμους πράξεις. Θα μπορούσα, λοιπόν, να τελειώσω εδώ την αγόρευσίν μου, νομίζω, όμως, ότι έχω καθήκον να προσθέσω μερικά ακόμη, τα οποία, αν λάβετε υπ’ όψιν σας, θα σας βοηθήσουν να εκδώσετε μιαν ετυμηγορίαν, διά της οποίας θ’ αποδίδεται η δικαιοσύνη. 
Ακούσαμεν στις καταθέσεις τους νεαρούς μάρτυρες που αποτελούσαν την παρέα της κατηγορουμένης, να μας ομιλούν για γκαρσονιέρες κι οργιώδεις συγκεντρώσεις. Κανείς, όμως, εξ’ υμών σταμάτησε σ’ αυτό το σημείον, που αποτελεί την βάσιν και την ουσίαν της υποθέσεως στην οποίαν εξετάζομεν εις τον ιερόν τούτον χώρον. Όταν αυτά τα παιδιά, που εξαρτώνται ακόμα απ’ τις οικογένειές τους, τριγυρίζουν εδώ κι εκεί ανεξέλεγκτα, επιδίδονται εις ακολασίες και εις πράξεις ανηθίκους, σε κλοπές και όργια, τότε η ευθύνη βαρύνει όλους τους άλλους εκτός απ’ αυτά. Όταν λέω όλους τους άλλους, δεν εννοώ, βέβαια, το σχολείον, την εκκλησία ή την αστυνομία που μόνο μέρος του ελέγχου μπορεί να έχουν, αλλά τους γονείς και κηδεμόνας, στην άμεσον εξάρτησιν των οποίων υπάγονται. Μόνος ζούσε ο Κώστας, ο νεαρός Κώστας, μακράν του ελέγχου του πατέρα του. Συναντάτο μαζί του μόνον διά να του αποσπά μερικά χρήματα κι αφού έπαιρνε όσα του έδιδε κι αφού άκουγε όσες κατηγορίες άκουγε για τη μητέρα του, επήγαινε ύστερα και εις αυτήν όπου επαναλαμβάνετο η ίδια σκηνή. Χάος αγεφύρωτον εχώριζε τους γονείς του κι ο τρόπος της ζωής των αποτέλεσε πολύ κακόν πρότυπον διά τον νεαρόν Κώστα. Βωβός είναι τώρα ο πόνος των, διότι θα πρέπει να συναισθανθησαν ότι η ενοχή είναι και δική τους. Την ιδία ενοχήν, για τους ιδίους σχεδόν λόγους, αισθάνομαι και γώ. Κι αυτή τη στιγμή σας πληροφορώ και σας δηλώνω ότι διαπράττεται δικαστική πλάνη. Μάλιστα, κύριοι ένορκοι, πλάνη δικαστική, διότι άλλος είναι ο δολοφόνος. Η Ρέα Νικολάου είναι αθώα. Η Ρέα Νικολάου δεν εσκότωσε, η Ρέα Νικολάου δεν είναι ένοχος. Ένοχος είναι ο πατέρας της κι αυτός έπρεπε να δικάζεται σήμερα. Μάλιστα, κύριοι ένορκοι. Κατηγορώ τον Λεωνίδα Νικολάου διότι αυτός όπλισε το χέρι της κόρης του. Κατηγορώ την Ελισάβετ Νικολάου Γιατί δεν έκανε τίποτα για να συγκρατήσει απ’ τον ολισθηρό κατήφορο την κόρης της... Κατηγορώ την Ελισάβετ Νικολάου, διότι τις ώρες που έπρεπε να τη συμβουλέψει και να την νουθετεί, αυτή έπαιζε χαρτιά. Κατηγορώ την Ελισάβετ Νικολάου διότι, όταν η κόρη της είχε ανάγκη επιβλέψεως και ελέγχου, αυτή έπαιζε χαρτιά. Κατηγορώ την Ελισάβετ Νικολάου, διότι ενώ η κόρη της ζούσε μια ζώη αχαλίνωτον, αυτή δεν το αντελήφθη διότι έπαιζε χαρτιά…
Τοποθετήσατε, λοιπόν, στο εδώλιον τους δύο πραγματικούς ενόχους και ας μην υπάρξει για αυτούς ούτε ελαφρυντικόν ούτε επιείκεια. Αφήσατε, όμως, τη Ρέα, διότι είναι αθώα. Ένοχοι είναι οι γονείς, σ’ αυτούς αποδώσατε την ευθύνη, διότι αυτοί είναι οι δολοφόνοι. Αυτοί ουσιαστικά εσκότωσαν τον Κώστα. Η Ρέα Νικολάου είναι αθώα. 




Πηγή: Γιάννης Δαλιανίδης, Κατήφορος, Εκδόσεις Αιγόκερως

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άντον Τσέχωφ: Ο Γλάρος - Αποσπάσματα

Ντάριο Φο: Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες...

Νίκος Καζαντζάκης - Αποφθέγματα (Γ Μέρος)

Πιέρ Πάολο Παζολίνι - Αποφθέγματα

Αποφθέγματα Αγίου Γρηγορίου Νύσσης

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος - Αποφθέγματα