13 Δεκεμβρίου 1943 - Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων


Η «επιχείρηση Καλάβρυτα»

Οι ναζί όφειλαν να ξεμπερδεύουν με την Εθνική Αντίσταση, χτυπώντας αλύπητα όχι μόνο τους αντάρτες αλλά και όσους τους υπέθαλπαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή τα χωριά, τις πόλεις και τις κωμοπόλεις, όπου υπήρχαν πολιτικές οργανώσεις Εθνικής Αντίστασης κι όπου συχνά οι αντάρτικες δυνάμεις εύρισκαν καταφύγιο, τροφή, και κάθε είδους υποστήριξη.

Μια έκθεση της 117ης γερμανικής Μεραρχίας Κυνηγών (καταδρομών), γραμμένη στα τέλη Νοεμβρίου του 1943 αναφέρεται στην κατάσταση που ήδη έχει διαμορφωθεί στην Πελοπόννησο, σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα: «Ολόκληρη η Πελοπόννησος πρέπει να θεωρείται σήμερα συμμοριτική περιοχή. Οι διαρκείς επιθέσεις δείχνουν ότι κι εκεί όπου υπάρχουν συγκεντρωμένα γερμανικά στρατεύματα, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ειρηνοποίηση της χώρας. Η ορεινή ενδοχώρα είναι υπό την πλήρη κυριαρχία των συμμοριών. Εκεί αυτές αποτελούν κράτος εν κράτει κι ασκούν απεριόριστα την κομμουνιστική κυβερνητική εξουσία τους...».

Ακριβώς στο πλαίσιο αυτών των στρατιωτικών υπολογισμών σχεδιάζεται και η «επιχείρηση Καλάβρυτα», η οποία θεωρείται αναγκαία για τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής που υπολόγιζαν πως στην ευρύτερη περιοχή Καλαβρύτων βρίσκονταν περί τις 5.000 αντάρτες, η ισχυρότερη δηλαδή ανταρτική δύναμη σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο.

Η διαταγή για την «επιχείρηση Καλάβρυτα» δόθηκε από τον Χίτλερ και τον στρατάρχη Κάιτελ στις 29/10/1943. Η εκτέλεση της επιχείρησης ανατέθηκε στον διοικητή της 117ης Μεραρχίας αντιστράτηγο Καρλ φον Λεσουίρ. Ο τελευταίος, αφού συγκέντρωσε τις στρατιωτικές δυνάμεις που του ήταν απαραίτητες, στις 25/11/1943, εξέδωσε την υπ. αριθμ.. 1296 διαταγή προς τις μονάδες που θα έπαιρναν μέρος στην επιχείρηση.

Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 4/12/1943. Οι δυνάμεις των Γερμανών που πήραν μέρος ξεκίνησαν από την Πάτρα, το Αίγιο, την Τρίπολη, τον Πύργο Ηλείας και από την περιοχή της Κορινθίας.


Γερμανοί στρατιώτες ξεκουράζονται, πίσω τα Καλάβρυτα καίγονται

Στο διάβα τους τα ναζιστικά στρατεύματα σκορπούσαν το θάνατο. Καίγανε και δολοφονούσαν, αφήνοντας πίσω τους την καταστροφή και την ερήμωση σε κάθε χωριό της περιοχής των Καλαβρύτων από το οποίο έτυχε να περάσουν. «Μεγάλες καταστροφικές επιδόσεις- γράφει ο Κ. Μπρούσαλης παρουσιάζει η φάλαγγα που ξεκίνησε από το Αίγιο». Ο αριθμός των θυμάτων τους ξεπερνά τα 1.100 άτομα. Στο χωριό Αιγείρα εκτέλεσαν 5 πατριώτες, στην Ανω Ζαχλωρού 12, στα Κλειτωριά και Χανιού 19, στο Σκεπαστό 16, στη Βρώσθαινα 7, στα Ζαχλωρίτικα 14, στην Κερπινή 45, στη Ροδοδάφνη 2, στην Ακράτα, στην Κροκόβη 4, στη Μαμουσιά 5 κ.ο.κ..

Για να αντιληφθεί ο αναγνώστης το μέγεθος της θηριωδίας που προηγήθηκε του ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων αξίζει να αναφέρουμε τούτο. Στις 8 Δεκεμβρίου του 1943 γερμανικές δυνάμεις έφτασαν στην ιστορική μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Εκεί συνέλαβαν όλους του μοναχούς και μερικούς λαϊκούς, συνολικά 19 άτομα, κι αφού τους μετέφεραν σε μικρή απόσταση από τη Μονή τούς δολοφόνησαν πετώντας τους σε γκρεμό. Μετά από λίγες ημέρες επέστρεψαν στη μονή και την καταλήστευσαν ενώ έβαλαν φωτιά στο ιερό και στον ξενώνα.

Προηγουμένως ” 70 φορτία ιερών αμφίων, κειμηλίων, επίπλων κλπ., αξίας πολλών εκατομμυρίων αφαιρέθηκαν με τον τρόπον της κλοπής από την ιερή αυτή εστία του ελληνισμού…” γράφει ο Χρήστος Ε. Λεβέντης , Θεολόγος-Φιλόλογος στο βιβλίο του “50 χρόνια από το Ολοκαύτωμα Καλαβρύτων 1943-1993″ που εκέρδισε το αργυρό μετάλλιο του Στασινοπούλειου βραβείου.


Ο «ΧΕΛΜΟΣ» το ειδυλλιακό Ξενοδοχείο, όπως το κατάντησε η λαιμαργία της φωτιάς που έβαλαν οι ΝΑΖΙ

Η μεγαλύτερη όμως σφαγή και καταστροφή έγινε στα Καλάβρυτα τη μαύρη ημέρα της 13ης Δεκεμβρίου 1943.

Η ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων, τόπος με μακραίωνη ιστορική διαδρομή και επαναστατικό παρελθόν, υπέστη την περίοδο της Κατοχής τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, με μαζικές εκτελέσεις αμάχων και ολοκληρωτικές καταστροφές.

Το καλοκαίρι του 1943, άρχισαν εκτελέσεις, βομβαρδισμοί και καταστροφές χωριών:

– Ιούλιος 1943 (29/07): Βομβαρδισμός των χωριών Λαπάτα, Τρεχλό, Μάνεσι. Μεταξύ των 16 θυμάτων και μικρά παιδιά.

– Αύγουστος 1943 (31/08): Πυρπόληση του χωριού Άνω Λουσοί. Εκτέλεση 4 κατοίκων. Απαγχονισμός στην πλατεία του Χελμού των Καλαβρύτων του νεαρού Ντίνου Παυλόπουλου.

– Νοέμβριος 1943 (29/11): Βομβαρδισμός του χωριού Βυσωκά. 13 νεκροί, τραυματίες και καταστροφή οικιών.

Οι εγκληματικές πράξεις των Γερμανικών στρατευμάτων Κατοχής κορυφώθηκαν το Δεκέμβριο του 1943, σε μια οργανωμένη εκκαθαριστική επιχείρηση της περιοχής των Καλαβρύτων, γνωστή ως «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalawrita», από 5 έως 15 Δεκεμβρίου 1943). Μια από τις πιο σκληρές επιχειρήσεις της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, γενικότερα.


Από τις αρχές του 1943, στο χώρο της Αιγιαλείας και των Καλαβρύτων συνέβησαν σημαντικά αντιστασιακά γεγονότα, μεταξύ των οποίων η Μάχη Ρογών-Κερπινής (16-17/10/1943), η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τη συντριβή του Γερμανικού λόχου και τη σύλληψη 86 Γερμανών αιχμαλώτων. Μετά τη διαμόρφωση ενός γενικότερου κλίματος ανησυχίας για την αντιστασιακή δράση στην περιοχή των Καλαβρύτων, η 117 Μονάδα Κυνηγών αποφασίζει να δράσει.

Τα Γερμανικά στρατεύματα, που ξεκίνησαν από Τρίπολη, Αίγιο, Πάτρα, ακολούθησαν ακτινωτή πορεία σύμφωνα με τους γερμανικούς χάρτες, με κατεύθυνση την επαρχία Καλαβρύτων και κατάληξη τα Καλάβρυτα.

Οι Γερμανικές δυνάμεις, μηχανοκίνητες και πεζοπόρες, που ξεκινούν από την Πάτρα, στις 05/12/1943 με κατεύθυνση τα Καλάβρυτα, είχαν επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Γιούλιους Βόλφιγκερ (G. Wolfinger) και ακολούθησαν το δρόμο Πάτρα – Χαλανδρίτσα – Καλάβρυτα, απόσταση 77 χιλιομέτρων.

Στο ξεκίνημά τους λεηλάτησαν και πυρπόλησαν τη Μονή Ομπλού, σε μικρή απόσταση νότια της Πάτρας.

– Στις 06/12, μετά από ένα ατύχημα του Wolfinger, διοικητής ορίστηκε ο Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), διοικητής του συντάγματος Αιγίου.

– Στις 07/12, τα πεζοπόρα τμήματα χτένισαν στο πέρασμά τους όλα τα χωριά και σκόρπισαν τη φωτιά και το θάνατο. Στην Κάτω Βλασία σκότωσαν 3 άνδρες και 1 γυναίκα και στον Κάλανο 3 βοσκούς από τα Καλάβρυτα και έναν ακόμη πολίτη. Μετά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία πήγε προς Λεχούρι – Τριπόταμα – Δίβρη και επέστρεψε από Μορόχοβα – Λειβάρτζι και η άλλη συνέχισε προς Καλάβρυτα.

– Στις 08/12, πέρασαν από το Μάνεσι και το Σαραδί, σκότωσαν 1 άνδρα.

– Στις 09/12, έφταοαν στη διασταύρωση του δρόμου Σκεπαστού-Κλειτορίας. Στο εκκλησάκι της Αγίας Άννας, συγκέντρωσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό του χωριού Βυσωκά και, μετά από μια σύντομη ομιλία, τους άφησαν ελεύθερους. Την ίδια μέρα, μπήκαν στα Καλάβρυτα.

– Στις 10/12, εκτέλεσαν στο χωριό Συρμπάνι (Πριόλιθος) 5 άνδρες.

Οι Γερμανικές δυνάμεις από Αίγιο προς Καλάβρυτα, με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), εφόρμησαν στα Καλάβρυτα, με 3 πεζοπόρα τμήματα.

– Στις 06/12 άλλη πεζοπόρο ομάδα, από το Αίγιο, προχώρησε με πορεία από τον Κερενίτη ποταμό προς Πλατανιώτισσα, Βιλιβίνα και Μαμουσιά, στην οποία, αφού εγκαταστάθηκε, έστησε ενέδρα.

– Στις 07/12 , πεζοπόρες φάλαγγες από το Αίγιο προχωρούν κάνοντας εκκαθαριστικές επιχειρηθείς και αφού κατέβηκαν από την οροσειρά Σταυριά πάνω από το χωριό Ρογοί, τοποθέτησαν μυδράλια και όλμους.

– Στις 08/12, ο Ebersberger χώρισε το στρατό σε δύο ομάδες και μπήκαν το πρωί στους Ρογούς. Έκαψαν ολοσχερώς το χωριό και εκτέλεσαν 65 άνδρες και παιδιά.

– Άλλη ομάδα μπήκε την ίδια ημέρα στην Κερπινή, έβαλαν φωτιά και εκτέλεσαν 38 άνδρες και παιδιά,

– Στη συνέχεια, έκαψαν την Άνω και Κάτω Ζαχλωρού και σκότωσαν 19 άνδρες. Ακολούθως έφτασαν στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και σκότωσαν 16 άτομα, μοναχούς, επισκέπτες και υποτακτικούς, ενώ εκτέλεσαν και 9 μοναχούς, στη θέση Ψηλός Σταυρός.

– Στις 09/12, έφτασαν στο χωριό Σούβαρδο, όπου έβαλαν φωτιά και σκότωσαν 5 άνδρες, το ίδιο και στο χωριό Βραχνί, όπου σκότωσαν 6 άνδρες.

Στη στάση της Κερπινής εγκαταστάθηκε Γερμανική διμοιρία. Στη θέση αυτή εκτελέστηκαν 4 άνδρες.

– Στις 09/12, περνώντας από τις Αυλές των Καλαβρύτων, Γερμανικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον Ebersberger, μπήκε στα Καλάβρυτα, όπου είχαν φτάσει και οι δυνάμεις από την Πάτρα.

– Στις 13/12, ολοκλήρωσαν την επιχείρηση, πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την πόλη των Καλαβρύτων, λεηλάτησαν ό,τι πολύτιμο υπήρχε και εκτέλεσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό της πόλης από 14 χρονών και πάνω, στη Ράχη του Καππή.

– Στις 14/12, ανέβηκαν στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, το λεηλάτησαν, το πυρπόλησαν και εκτέλεσαν 6 άνδρες, μοναχούς, επισκέπτες και υποτακτικούς. Την ίδια ημέρα, λεηλάτησαν το χωριό Βυσωκά, σκότωσαν 3 άνδρες και έφυγαν για την Πάτρα. Επίσης πέρασαν από το Μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου και το έκαψαν.

Τα γερμανικά στρατεύματα που κινήθηκαν από Τρίπολη με επικεφαλής τον ταγματάρχη Gnass, κατευθύνθηκαν προς Δημητσάνα και Λαγκάδια Αρκαδίας.

– Στις 07/12, δόθηκε διαταγή στην ομάδα μάχης ΚΟΚΕΡΤ να προχωρήσει από τα Παγκρατέϊκα Καλύβια μέσω του χωριού Φίλια και Τσορωτά στα Μαζέϊκα (Κάτω Κλειτορία). Την ίδια ημέρα τα Γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στα Μαζέϊκα αναζητώντας την τύχη των Γερμανών αιχμαλώτων της Μάχης Ρογών-Κερπινής, χτενίζοντας όλα τα γύρω χωριά και τη νύχτα της 07/12 προς 08/12 έφτασαν στο Μάζι. Το ίδιο ίδιο απόγευμα, οι αντάρτες είχαν ήδη προβεί στην εκτέλεση των αιχμαλώτων.
Οι Γερμανοί μετέφεραν τους διασωθέντες στα Μαζέϊκα και κατέθεσαν τα γεγονότα στον Συνταγματάρχη Le Suir, ο οποίος είχε ήδη φτάσει στην περιοχή.
– Οι Γερμανοί, με 12 Ελληνες οδηγούς,το Σάββατο το βράδυ στις 11/12, κατευθύνθηκαν προς το χωριό Μάζι και στη συνέχεια στη θέση Μαγέρου στις 12/12, όπου βρήκαν τους εκτελεσθέντες Γερμανούς. Εκεί εκτέλεσαν 10 Μαζαίους.

– Στις 14/12, λεηλάτησαν και έκαψαν το μεγαλύτερο μέρος των Μαζεϊκων και μετά έφυγαν προς την Τρίπολη.


Ήταν Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου του 1943, όταν πρωί - πρωί τα γερμανικά στρατεύματα, πλαισιούμενα από γερμανοντυμένους Ελληνες των Ταγμάτων Ασφαλείας, μπήκαν πάνοπλα στα Καλάβρυτα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Καλαβρυτινοί έβλεπαν Γερμανούς στην πόλη τους. Και πριν τρεις περίπου μήνες το ίδιο είχε συμβεί. Ομως τώρα ένας ανεξήγητος φόβος τους συγκλόνιζε. Ισως γιατί, φεύγοντας οι Γερμανοί την προηγούμενη φορά, είχαν απειλήσει ότι θα κατέστρεφαν την πόλη στην περίπτωση που οι κάτοικοί της ενίσχυαν του αντάρτες. Ισως ακόμη, γιατί οι αντάρτες κρατούσαν Γερμανούς αιχμαλώτους κι υπήρχε κίνδυνος αντιποίνων από τους κατακτητές. Ισως... Αλλά δεν ήταν μόνο τα «ίσως», που βάραιναν την ατμόσφαιρα. Τούτη τη φορά οι ναζί ήταν πιο απειλητικοί στην έκφραση, πιο απρόσιτοι, πιο ψυχροί στις κινήσεις. Η παρουσία τους και μόνο έφερνε την αίσθηση του θανάτου.

Η πρώτη κίνηση των Καλαβρυτινών ήταν να θερμάνουν κάπως το κλίμα, να πλησιάσουν και να διαγνώσουν τις προθέσεις του εχθρού. Δημιούργησαν, λοιπόν, στα βιαστικά μια επιτροπή επισήμων για την υποδοχή των Γερμανών: ήταν ο πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Χρ. Παπανδρέου, ο γυμνασιάρχης Αντ. Οικονόμου, ο καθηγητής γυμνασίου Α. Δημόπουλος, ο Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος, ο επιθεωρητής των δημοτικών σχολείων Θ. Παπαβασιλείου, ο διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Μήτσος Σαμψαρέλος και ορισμένοι άλλοι, αντιπρόσωποι κοινωνικών ομάδων.

Στους Γερμανούς απευθύνθηκε ο Θ. Παπαβασιλείου που ήξερε τα γερμανικά και τους δήλωσε πως ο λαός των Καλαβρύτων ήταν φιλήσυχος, φιλειρηνικός και νομοταγής αλλά και «ευτυχής» που δεχόταν ξανά στην πόλη του το γερμανικό στρατό.
Ο Γερμανός διοικητής θέλησε να καθησυχάσει τους φοβισμένους κατοίκους. Ανέβηκε σ' ένα μπαλκόνι, του Ανδρέα Αντωνακόπουλου, κι άρχισε να μιλάει. Ο Παπαβασιλείου μετέφραζε:

«Οι κάτοικοι -είπε- δεν πρέπει να φοβούνται. Να ησυχάστε πρώτα εσείς και να βοηθήσετε κι εμάς να ησυχάσουμε. Να παραδώσετε, αν έχετε, όπλα και πολεμικό υλικό. Εμείς καταδιώκουμε μόνο αντάρτες. Εσείς, εφ' όσον είστε φιλήσυχοι και φιλόνομοι, δεν πρέπει να φοβάστε. Επειδή βγαίνουν περίπολα δεν πρέπει να κυκλοφορείτε πέραν της 16.00 ώρας. Από την πόλη επίσης δε θα βγείτε, διότι, όποιος επιχειρήσει κάτι τέτοιο, θα θεωρηθεί ως αντάρτης και αμέσως θα θανατώνεται. Να μας υποδείξετε, πού κρύβονται οι αντάρτες να τους τιμωρήσουμε. Εμείς τους αθώους δεν τους πειράζουμε καθόλου».
Ο Γερμανός διοικητής ζήτησε ακόμη έναν κατάλογο με τα ονόματα των οικογενειών που είχαν μέλη τους αντάρτες.


Τα σημάδια του ολέθρου

Οι Καλαβρυτινοί που, μάλλον, πίστεψαν στα λόγια του Γερμανού διοικητή ότι δεν κινδύνευαν, θέλησαν να φανούν συνεργάσιμοι με την ελπίδα πως θα γλίτωναν την πόλη τους. Ετσι παρέδωσαν τον κατάλογο που τους ζήτησε. Πρώτο - πρώτο φιγουράριζε το όνομα της οικογένειας του Χρ. Παπανδρέου, που είχε δυο γιους στην Αντίσταση, τον έναν αντάρτη του ΕΛΑΣ και τον άλλο στο περιφερειακό Συμβούλιο της ΕΠΟΝ.

«Υπάρχουν κι άλλοι παρτιζάνοι», ήταν η απάντηση του διοικητή που ο κατάλογος του φάνηκε μικρός. «Είσαστε όλοι παρτιζάνοι!». Αυτή η διαπίστωση έμοιαζε περισσότερο σαν απειλή. Σε λίγο ήρθαν και οι αποδείξεις.

Οι Γερμανοί πήγαν στο ξενοδοχείο «Χελμός», το οποίο οι αντάρτες είχαν χρησιμοποιήσει ως νοσοκομείο της Αντίστασης και το έκαψαν. Στη συνέχεια στράφηκαν προς τα σπίτια των οικογενειών που είχαν μέλη τους στην Αντίσταση. «Η επιλεκτική πυρπόληση σπιτιών -γράφει ο Κακογιάννης- ήταν το δεύτερο μεγάλο τέχνασμα εξαπάτησης που χρησιμοποίησαν οι ναζί στα Καλάβρυτα. Ενας τέτοιος ελιγμός εύκολα έδινε την εντύπωση ότι οι "λογικοί" Γερμανοί ήταν ικανοποιημένοι, τιμωρώντας μόνο τις οικογένειες όσων είχαν μέλη επίσημα αναμεμειγμένα στην Αντίσταση. Αρα η υπόλοιπη πόλη δεν έπρεπε να ανησυχεί για τίποτα και η ζωή μπορούσε να συνεχιστεί ομαλά».

Οι Καλαβρυτινοί ησύχασαν, ο Ιωάννης Ράλλης όμως, ο συνεργάτης και πρωθυπουργός της δωσίλογης κυβέρνησης των Γερμανών, ξέρει και στέλνει επιστολή στις 10 Δεκέμβρη 1943:

«Προς τον Στρατηγόν Σπάιντελ Στρ. Διοικητήν Ελλάδος

Στρατηγέ

Περιήλθον εις εμέ χθες πληροφορίαι περί ομαδικών εκτελέσεων διαταχθεισών υπό της Γερμανικής Διοικήσεως Πελοποννήσου εν Καλαβρύτοις, λόγω αντιποίνων δια τον φόνον γερμανών στρατιωτικών. Επίσης πληροφορούμαι ότι επίκειται η πυρπόλυσις του Αιγίου έχοντος ήδη κυκλωθεί υπό του Γερμανικού Στρατού.

Αι φήμαι αυταί, άς εισέτι δεν κατώρθωσα να εξακριβώσω, με αναγκάζουν να στραφώ προς υμάς και να σας γνωρίσω, ότι δεν είναι δυνατόν να θανατώνεται ο άμαχος πληθυσμός της ελληνικής υπαίθρου χωρίς ουδεμία να γίνεται διάκρισις μεταξύ αθώων και ενόχων…

Εκτός πάντων αυτών, η υπό μορφήν αντιποίνων καταστροφή της χώρας μας και η εκτέλεσις συμπατριωτών μας αδιακρίτως ενοχής ή αθωότητος, ηλικίας ή φύλου, αναρχικών ή μη, δεν επιτρέπει εις την Κυβέρνησίν μου να φέρη εις αίσιον πέρας το έργον ό έχη αναλάβη, την αυτοτελή και αυτοδύναμον δηλαδή αντίδρασιν κατά των αναρχικών…

Εν ονόματι της νομιμοφροσύνης, δικαιούμαι να απαιτήσω όπως δώσητε τας αναγκαίας διαταγάς δια να σταματήση η εφαρμογή αντιποίνων γενικώτερον, αλλά και ειδικώτερον δια την περίπτωσιν της υπό αμέσου καταστροφής απειλουμένης πόλεως του Αιγίου.

Ι.Δ.ΡΑΛΛΗΣ»

Ηταν Δευτέρα της 13ης Δεκεμβρίου 1943. Δεν είχε χαράξει ακόμη όταν ακούστηκε να χτυπά με φρενήρη τρόπο η καμπάνα της μητρόπολης. Σε λίγο έφτασε και η διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι στο δημοτικό σχολείο. Εκεί χώρισαν τα γυναικόπαιδα από τους άνδρες.

Γύρω στις 9 το πρωί έβγαλαν τους άνδρες, από 14 ετών και πάνω, από το σχολείο και τους οδήγησαν στο χωράφι του δάσκαλου Καπή που απείχε περί τα δέκα λεπτά και τους έζωσαν ολόγυρα με πολυβόλα. Την ίδια ώρα άλλα τμήματα Γερμανών στρατιωτών άρχισαν τη λεηλασία και την καταστροφή της πόλης. Γύρω στο μεσημέρι μια φωτοβολίδα που έπεσε από την πόλη έδωσε το σύνθημα. Τα πολυβόλα άρχισαν να κροταλίζουν κι οι άντρες να πέφτουν νεκροί ο ένας μετά τον άλλον. Πόσοι άραγε σκοτώθηκαν; Κατά μία εκδοχή «υπερχίλιοι», κατά μία άλλη 1.436 άνδρες από 14 έως 80 ετών, δηλαδή το 70,5% του αρσενικού πληθυσμού της πόλης. Κατάφεραν να σωθούν μόνο 13 άτομα, που καταπλακώθηκαν από τους νεκρούς συμπολίτες τους και θεωρήθηκαν νεκροί από τους ναζί.

Όσον αφορά την τύχη των γυναικόπαιδων, αυτά σώθηκαν χάρη στον ανθρωπισμό ενός Αυστριακού στρατιώτη, στον οποίο είχε ανατεθεί η φύλαξή τους. Αυτός άφησε ελεύθερη την είσοδο του σχολείου και διευκόλυνε την απομάκρυνσή τους. Όμως, το πλήρωσε με τη ζωή του, αφού καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.

Μια διαρκή τραγωδία έζησαν οι γυναίκες. Ηταν αυτές που έμειναν πίσω να θάψουν και να κλάψουν τους νεκρούς τους και πάνω απ' όλα να βρουν το κουράγιο να συνεχίσουν να ζουν.


Απολογισμός

Το μεγάλο Δράμα των Καλαβρύτων είχε ξεκινήσει. Τα νιάτα, οι δημιουργικές δυνάμεις της πόλης, περιουσίες και κόποι χρόνων αφανίστηκαν στις 2:34΄ της 13ης Δεκεμβρίου 1943, όπως δείχνουν οι δείκτες του σταματημένου ρολογιού της εκκλησίας.

Την ίδια στιγμή ο Οδοντωτός κατηφόριζε κατάφορτος με τις σοδιές από το πλιάτσικο των Γερμανών στα σπίτια, στα μαγαζιά και τις αποθήκες, απ΄ όπου άρπαξαν ότι πολύτιμο υπήρχε. Μαζί και τα χρήματα και τα αποθέματα των Τραπεζών και των Δημοσιών Υπηρεσιών, αφού προηγουμένως ανάγκασαν τους Διευθυντές να τα παραδώσουν.

Οι γυναίκες ανηφόρισαν προς το μέρος που είχαν οδηγήσει τους άνδρες και βρέθηκαν μπροστά στο πιο φρικιαστικό και απάνθρωπο θέαμα. Άνδρες, πατεράδες, γιοι και αδελφοί κείτονταν νεκροί πλημμυρισμένοι στο αίμα. Η συνέχεια του δράματος τις βρήκε να προσπαθούν με τα νύχια να σκάψουν πρόχειρους τάφους στην παγωμένη γη του Δεκέμβρη, για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τις κουβέρτες που είχαν κοντά τους, μετέφεραν τους σκοτωμένους στο νεκροταφείο και άλλους έθαψαν εκεί στο λόφο, μια τραγική σκηνή που κράτησε μέρες.

Ακολούθησε η προσπάθεια της επιβίωσης μέσα στα χαλάσματα, που έμελλε για χρόνια να στεγάσουν τις απορφανισμένες οικογένειες.

Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων «συγκίνησε και συνένωσε τους Έλληνες – δυνάμωσε τον αγώνα τους κατά του κατακτητή», ομολογεί ο τότε γενικός στρατιωτικός διοικητής των Γερμανών στην Ελλάδα.

Στο απόρρητο ραδιογράφημα της 117 Jager Division (Αρ.1595/43), καταγράφεται ο τελικός απολογισμός της Επιχείρησης Καλάβρυτα:

«Κατεστράφησαν ολοκληρωτικά τα χωριά: Ρογοί, Κερπινή, Στάση Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μοναστήρια Μεγάλου Σπηλαίου και Αγίας Λαύρας, Αγία Κυριακή, Αυλές, Βυσωκά, Φτέρη, Πλατανιώτισσα, Πυργάκι, Βάλτσα, Μελίσσια, Μοναστήρι Ομπλού, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκράτι, Μορόχωβα, Δερβένι, Βάλτος, Πλανητέρου, Καλύβια. 696 Έλληνες εκτελέστηκαν…».

Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος.

Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου (1931-2006), επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.

Αναφερόμενος στο ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων ο Mark Mazower γράφει ότι αυτό έγινε σε αντεκδίκηση, επειδή οι αντάρτες εκτέλεσαν 78 στρατιώτες της 117ης γερμανικής Μεραρχίας που είχαν πιάσει αιχμαλώτους. Το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποίησαν και τότε οι δυνάμεις κατοχής, για να αιτιολογήσουν το αποτρόπαιο έγκλημά τους έχοντας συμπαραστάτη και συνήγορο την κυβέρνηση το δοσίλογου Ι. Ράλλη. Αλλά και αργότερα, στην μετεμφυλιακή εποχή η επιχειρηματολογία δεν άλλαξε. Θεωρήθηκε σπουδαιότερο να πέσει η ευθύνη του ολοκαυτώματος στους κομμουνιστές, στο ΕΑΜ- ΕΛΑΣ, παρά στους Ναζί. Στους απολογητές των ναζιστικών εγκλημάτων δε δίστασε να προσχωρήσει ακόμη κι αυτός ο Π. Κανελλόπουλος, ο οποίος επανέλαβε τη σχετική επιχειρηματολογία περί ευθυνών των ανταρτών, τον Οκτώβρη του 1959, ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.

Ασφαλώς δεν υπάρχει τίποτε πιο αναληθέστερο αυτών των ισχυρισμών. Αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία βεβαιώνουν πως όταν οι Γερμανοί πραγματοποιούσαν το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων δε γνώριζαν πως οι αιχμάλωτοι στρατιώτες τους είχαν εκτελεστεί από τους αντάρτες (Περικλή Ροδάκη: «Καλάβρυτα 1941- 1944- Η Αντίσταση στην Επαρχία- Το ολοκαύτωμα», εκδόσεις «Παρασκήνιο»).

Επίσης, όταν οι Γερμανοί αποφάσισαν την «επιχείρηση Καλάβρυτα» οι αιχμάλωτοι δεν είχαν εκτελεστεί, πράγμα που σημαίνει πως το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων εξυπηρετούσε για τις δυνάμεις κατοχής στρατιωτικούς σκοπούς, ανεξάρτητους από την τύχη των αιχμαλώτων, στους οποίους έχουμε ήδη αναφερθεί. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΕΛΑΣ επιδίωξε να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή των αιχμαλώτων με ανθρώπους της Αντίστασης που είχαν στα χέρια τους οι ναζί, αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα. Επιπλέον η βρετανική στρατιωτική αποστολή στα ελληνικά βουνά και το Συμμαχικό Στρατηγείο στη Μέση Ανατολή είχαν εκφράσει αντίθεση στις εν λόγω διαπραγματεύσεις (Αντώνης Κακογιάννης: «Η θηριωδία των Ναζί στην Ελλάδα: Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων», Εκδόσεις «Καστανιώτη»).


Καλάβρυτα σύνθεση Φέρτη


«Καλάβρυτα 13 Δεκεμβρίου 1943» Γιάννης Στεφανίδης


«Καλάβρυτα – Η εκτέλεση». Εργο του Τάσσου (1985)


Χαρακτικό από παράνομο λεύκωμα της κατοχής

Πηγές : rizospastis.gr, sansimera.gr, imerodromos.gr, kalavrytapress.gr


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βασίλης Ρώτας: Το Χριστινάκι

Διογένης ο Κυνικός - Λύχνου σβεσθέντος, πάσα γυνή Λαϊς

Η ταυτότητα της ημέρας

Λορέντζος Μαβίλης - Στην Πατρίδα

Μύθοι του Αισώπου - 59. Η γυναίκα και η κότα

Ότι είναι αληθινό και αυθεντικό, αντέχει και στο χρόνο και σε κάθε καιρό.