ΛΑΥΡΙΟ: εκεί όπου έβγαζαν το ασήμι


Αναπαράσταση εξόρυξης

Υπόγειες στοές από τις οποίες έβγαζαν ασήμι και μολύβι, φρέατα, εργαστήρια με χώρους θραύσης, με πλυντήρια και δεξαμενές για την επεξεργασία και τον καθαρισμό μεταλλεύματος: ένας άγνωστος σε πολλούς, όμως ξεχωριστός αρχαιολογικός χώρος. Θεωρείται -λόγω παλαιότητας και έκτασης- μοναδικός στον κόσμο. Βρίσκεται μόλις οκτώ χιλιόμετρα από το Λαύριο, στην καρδιά του καταπράσινου, πευκόφυτου Εθνικού Δρυμού Σουνίου, στην κοιλάδα της Σούριζας.

Για την Αθήνα της κλασικής εποχής (5ος και 4ος αι. π.Χ.) το υπέδαφος της περιοχής του Λαυρίου, πλούσιο σε μεταλλεύματα αργυρούχου μολύβδου, αποτελούσε μεγάλη πηγή δύναμης. Τα μεταλλεία ήταν εξαιρετικά σημαντικά. Είναι ενδεικτικό ότι ο στόλος με τον οποίο οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ., ναυπηγήθηκε με έσοδα από την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του Λαυρίου. Επίσης, ενδεικτικό της σημασίας των μεταλλείων της περιοχής είναι ότι το λαυρεωτικό ασήμι στήριξε οικονομικά, σε μεγάλο βαθμό, τη δημιουργία των κορυφαίων αρχιτεκτονημάτων της Αθηναϊκής Δημοκρατίας του Χρυσού Αιώνα. 


Αναπαράσταση εξόρυξης.

Μεταλλευτική και μεταλλουργική δραστηριότητα

Η μεταλλευτική και μεταλλουργική δραστηριότητα, που έκανε πανίσχυρη την Αθήνα, περιελάμβανε τρία στάδια: το πρώτο ήταν ο εντοπισμός μεταλλοφόρου κοιτάσματος και η εξόρυξη του μεταλλεύματος. Ακολουθούσε η επεξεργασία του και ο καθαρισμός του από άχρηστα στοιχεία. Το τελικό στάδιο περιελάμβανε την τήξη του αργυρούχου μεταλλεύματος για να ληφθεί ο αργυρούχος μόλυβδος και την τήξη του αργυρούχου μολύβδου προκειμένου να διαχωριστεί ο άργυρος από τον μόλυβδο.


Αναπαράσταση θραύσης μεταλλεύματος.

Τα μνημεία

Στον αρχαιολογικό χώρο της Σούριζας έχουν εντοπιστεί πολλά μεταλλευτικά φρέατα που είχαν ανοιχθεί για τον εντοπισμό μεταλλοφόρου κοιτάσματος. Μερικά από αυτά έχουν μεγάλο βάθος -το βαθύτερο φθάνει τα 99 μέτρα. Επίσης, υπάρχουν στόμια υπόγειων στοών που είχαν δημιουργηθεί για την ανεύρεση και την εξόρυξη μεταλλεύματος.

Πολύ εντυπωσιακά είναι τα εργαστήρια για την επεξεργασία και τον καθαρισμό του μεταλλεύματος, που χρονολογούνται στον 5ο και 4ο αι. π.Χ. και στα οποία φαίνεται η βαθμιαία πρόοδος στην τεχνολογία που εφαρμοζόταν. Εκεί υπήρχαν τράπεζες θραύσης του μεταλλεύματος (άλλες λαξευμένες σε μεγάλες πέτρες και άλλες σε βράχους) και χώροι για το άλεσμα και το κοσκίνισμά του. Τα κύρια στοιχεία των εργαστηρίων ήταν το πλυντήριο (καθαριστήριο το ονόμαζαν οι αρχαίοι) και η μεγάλη υπαίθρια δεξαμενή που συγκέντρωνε τα νερά της βροχής και τα νερά των ρεμάτων, τα οποία διοχετεύονταν στο πλυντήριο. Κύρια μέρη του πλυντηρίου ήταν η δεξαμενή, οι αύλακες και τα φρεάτια. Το νερό που χρειαζόταν για τον καθαρισμό του μεταλλεύματος έρρεε από τη δεξαμενή και κατέληγε στις αύλακες. Εκεί και στα ενδιάμεσα φρεάτια κατακάθιζαν τα γεώδη, περιττά, υλικά και το νερό καθαρό πια μπορούσε να ξαναχρησιμοποιηθεί μεταγγιζόμενο χειρωνακτικά στη δεξαμενή.


Αναπαράσταση λειτουργίας πλυντηρίου, σύμφωνα με την υπόθεση Κ. Κονοφάγου.

Η λειτουργία του πλυντηρίου

«Η δεξαμενή του πλυντηρίου ήταν κτιστή και η πρόσθια πλευρά   της σχηματιζόταν από μεγάλες πλάκες. Σε αυτές και σε σταθερό ύψος από το δάπεδο υπήρχε σειρά οπών, από τις οποίες έρρεε το νερό και άδειαζε η δεξαμενή. Για τη διαδικασία καθαρισμού του μεταλλεύματος έχουν διατυπωθεί δύο υποθέσεις», λέει στο «Πρακτορείο» η αρχαιολόγος Ελένη Ανδρίκου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής. «Σύμφωνα με τον Κ. Κονοφάγο, μπροστά από κάθε οπή του φράγματος της δεξαμενής τοποθετείτο ένα ξύλινο ρείθρο με κατωφερική κλίση μέχρι την αύλακα. Στα ξύλινα ρείθρα τοποθετείτο το κονιορτοποιημένο μετάλλευμα. Καθώς το νερό έρρεε από την οπή παρέσυρε τα ελαφρύτερα του μεταλλεύματος και συνεπώς άχρηστα υλικά. Στη συνέχεια, το πλυμένο μετάλλευμα τοποθετείτο στον κεντρικό ορθογώνιο χώρο προκειμένου να στραγγίσει».

«Η δεύτερη υπόθεση -λέει η κ. Ανδρίκου- στηρίζεται στα αρχαιολογικά δεδομένα και συνυπολογίζει το γεγονός ότι για τη χρήση των ρείθρων αφενός μεν δεν υπάρχει σχετική πληροφορία από την αρχαιότητα σε κείμενα ή σε απεικονίσεις, αφετέρου δε δεν υπάρχουν αρχαιολογικές / ανασκαφικές ενδείξεις για την ύπαρξή τους. Κατά τον Ε. Κακαβογιάννη, η δεξαμενή γέμιζε με νερό αφού είχαν κλείσει οι οπές απορροής.   Ο μεταλλουργός τοποθετούσε μικρή ποσότητα κοσκινισμένου μεταλλεύματος μέσα σε μία πήλινη λεκάνη, την οποία γέμιζε μέχρι τη μέση περίπου με νερό. Ακολούθως, κρατώντας τη από τις δύο λαβές την κινούσε κυκλικά, ώστε να προκληθεί   περιδίνιση. Με τον τρόπο αυτό οι βαρύτεροι κόκκοι του   αργυρούχου μεταλλεύματος κατακάθονταν στον πυθμένα, ενώ   οι ελαφρύτεροι των άχρηστων υλικών επέπλεαν. Το     ακάθαρτο νερό αδειαζόταν πίσω στη δεξαμενή, στον πυθμένα   της οποίας κατακάθιζαν τα γεώδη υλικά. Εφόσον η διαδικασία   είχε επαναληφθεί πολλές φορές και το νερό της δεξαμενής παρέμενε θολό, άνοιγαν τις οπές και αυτό έρρεε στην αύλακα, ώστε να αρχίσει η διαδικασία καθαρισμού του. Την ιλύ από τον πυθμένα της δεξαμενής την απομάκρυναν με φτυάρια, όπως και από τα άλλα μέρη του πλυντηρίου. Σωροί από τέτοια  ιλύ υπάρχουν πολλοί, είναι οι λεγόμενοι πλυνίτες. Η υπόθεση αυτή στηρίζεται από το γεγονός ότι στις ανασκαφές των πλυντηρίων βρίσκεται μεγάλος αριθμός από πήλινες λεκάνες, η παρουσία των οποίων δεν μπορεί να ερμηνευθεί με την απλή χρήση τους ως καθημερινών σκευών. Το μετάλλευμα αφού στράγγιζε μεταφερόταν σε άλλο χώρο, όπου πλαθόταν σε σχήμα πλίνθων και αφηνόταν να στεγνώσει. Η πλινθοποίηση ήταν απαραίτητη προκειμένου το μετάλλευμα να τροφοδοτηθεί στην κάμινο για την τήξη του».


Αναπαράσταση λειτουργίας πλυντηρίου, σύμφωνα με την υπόθεση Ε. Κακαβογιάννη.

Δίκτυο διαδρομών

Στον αρχαιολογικό χώρο της Σούριζας υπάρχει πλήθος υλικών   καταλοίπων που σχετίζονται με την έντονη μεταλλευτική   δραστηριότητα τόσο με την αρχαία όσο και με τη νεότερη, καθώς υπάρχουν κατάλοιπα των εργασιών, των κτηρίων και των διαμορφώσεων της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου.

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής δημιουργεί στον χώρο αυτό ένα δίκτυο διαδρομών περιήγησης σε μια έκταση 180 στρεμμάτων. Όπως λέει στο «Πρακτορείο» η αρχαιολόγος Μαρία Στάθη, υπεύθυνη του αρχαιολογικού χώρου, «δημιουργούμε μία κεντρική διαδρομή μήκους 1.543 μέτρων, μία "Πράσινη" διαδρομή, που συνδέει τους επισκέψιμους   περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους των αρχαίων μεταλλουργικών εργαστηρίων Δρυμού - Σούριζας και του  συγκροτήματος του αρχαίου μεταλλουργικού εργαστηρίου “ Ασκληπιακού”. Κατά μήκος της διαδρομής θα υπάρχουν στάσεις για ενημέρωση και πληροφόρηση καθώς και καθιστικό με πέργκολα για ανάπαυση. Επιπλέον θα δημιουργηθεί και διαδρομή για κινητικώς εμποδιζόμενα άτομα, μήκους 320 μέτρων, “ Μπλε” διαδρομή, με καθιστικό στο οποίο θα υπάρχουν ενημερωτικές πινακίδες και μακέτα αφής για άτομα με αδυναμία στην όραση». 

Σε κάθε περίπτωση, η περιήγηση στον αρχαιολογικό χώρο της Σούριζας είναι μια εμπειρία. Η αρχαία Αθήνα έχει συνδεθεί με τη φιλοσοφία, τη δημοκρατία, την τέχνη, όμως στο Λαύριο βρίσκουμε μια «άλλη» αρχαία Αθήνα επίσης πολύ σημαντική και εντυπωσιακή.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μάρκος Αυρήλιος - Αποφθέγματα

Παροιμίες για τον Ιανουάριο

Κλεοπάτρα - Η τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου

Αναστάσιος Αλεβίζος (Τάσσος)

Ο Ιερός Ναός της Αγίας Παρασκευής στην Παιανία

Πιότρ Τσαϊκόφσκι - Η Λίμνη των Κύκνων