Βασίλης Λογοθετίδης


Όταν βρισκόταν στη σκηνή αρκούσε ένα βλέμμα, μια αδιόρατη σχεδόν γκριμάτσα για να κάνει το κοινό να ξεσπάσει στα γέλια και τον αποθεώσει.

Αυτός ήταν ο Βασίλης Λογοθετίδης. Ο αξέχαστος ηθοποιός που ερμήνευσε εκατοντάδες ρόλους του διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου και άφησε το στίγμα του σε μια ντουζίνα, κυριολεκτικά, ταινίες. Και μπορεί να πέθανε μόνος, είχε όμως όλους τους Έλληνες κοντά του στην τελευταία του διαδρομή, όταν 50.000 άνθρωποι έσπευσαν να του πουν «αντίο».

Η ανεπιτήδευτη ερμηνεία του τον έκανε να ξεχωρίζει και ήταν αυτή που τον μετέτρεψε σε έναν από τους πλέον αγαπημένους κωμικούς του θεάτρου και του κινηματογράφου που πέρασαν ποτέ από το ελληνικό στερέωμα. Χαμηλών τόνων άνθρωπος, ένας σεμνός αγωνιστής του πολιτισμού, δεν επιζητούσε ποτέ τη δημοσιότητα και την πρόκληση.


Στο θέατρο μπήκε κατά τύχη. Συγκεκριμένα, είχε φύγει από την Κωνσταντινούπολη με την κοπέλα του, αφού οι γονείς τους βάζανε εμπόδια στη σχέση τους. Άστεγοι και χωρίς χρήματα, βρήκανε καταφύγιο στον θίασο Κοτοπούλη, που εκείνη την εποχή αναζητούσε ηθοποιούς για να λειτουργήσει! Έμεινε εκεί για περίπου τριάντα χρόνια...

Ο Βασίλης Ταυλαρίδης γεννήθηκε στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης το 1898. Το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης  Ταυλαρίδης, αλλά με το ξεκίνημα του στο θέατρο το 1919, το άλλαξε σε Λογοθετίδης. Είχε δυο αδέλφια, τα οποία όμως μεγαλώνοντας ζούσαν μακριά. Η μια στην Αμερική και ο άλλος στην Κωνσταντινούπολη. Το 1915 αποφοίτησε από το Ζωγράφειο Γυμνάσιο της Κωνσταντινούπολης. Το 1918 ήρθε στην Αθήνα και την επόμενη χρονιά εντάχθηκε στο δυναμικό του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη.

Σταθμός στην καριέρα του υπήρξε η παράσταση «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», η οποία σημείωσε τεράστια επιτυχία και αποτέλεσε την αφορμή για να πάρει την απόφαση να ανεξαρτητοποιηθεί και να γίνει θιασάρχης το 1947.


Ο Βύρων Πάλλης θυμάται τον Λογοθετίδη:

Είχε γίνει έξαλλος με την αργία της Δευτέρας. Όταν πετύχαμε την αργία της Δευτέρας δεν ήξερε τι να κάνει τις Δευτέρες. Πήγαινε στο θέατρο κι έφτιαχνε τις γλάστρες, τα καθίσματα και την Τρίτη που πηγαίναμε με φώναζε:

«Πάλλης!»

«Μάλιστα, αρχηγέ».

«Δε μου λες, σε παρακαλώ, ξεκουράστηκε ο Μεσολογίτης;», (Μεσολόγγιτης ήταν ο πρόεδρος του σωματείου που είχε πετύχει την αργία) «γιατί αυτός έχει κουραστεί πολύ».

«Μα γιατί, βρε άνθρωπε του Θεού, δε θέλεις να ξεκουραστείς μια μέρα;»

«Ποτέ, ποτέ, ποτέ!»


Από διήγηση του Βύρωνα Πάλλη στην εκπομπή της ΕΡΤ "Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ ΛΑΜΠΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ"

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του εμφανίστηκε μόνο σε 12 κινηματογραφικές ταινίες, αλλά άφησε εποχή με τις θεατρικές του ερμηνείες. Απανωτοί κωμικοί ρόλοι, εκατοντάδες κυριολεκτικά σε αριθμούς, τόσο στο κλασικό όσο και το ελληνικό ρεπερτόριο, ο Λογοθετίδης ερμηνεύει με την ίδια επιτυχία τα πάντα. Έγραψε θεατρική ιστορία με τα «Ένας βλάκας και μισός», «Προς θεού μεταξύ μας» και «Φαταούλας» του Ψαθά, «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «Δεσποινίς ετών 39», «Ένας ήρωας με παντούφλες», «Οι δικοί μας άνθρωποι», «Ένα βότσαλο στην λίμνη» αλλά και τη «Γυνή να φοβάται τον Άνδρα» του Τζαβέλλα. Στη διάρκεια της λαμπρής και πλούσιας σε επιτυχίες θεατρικής σταδιοδρομίας του έπαιξε σε περισσότερα από 200 ξένα θεατρικά έργα μεταξύ των οποίων στο «Αρσενικό και παλιά δαντέλλα» του Κέσερλινγκ, στο «Έξυπνοι και κουτοί» του Γκάρσον Κάνιν, στην κωμωδία του Σαίξπηρ «Όπως σας αρέσει» και πολλά ακόμη.


Ο Βασίλης Λογοθετίδης ήταν ήδη μεσήλικας όταν ο Ελληνικός Κινηματογράφος «άρθρωνε τις πρώτες του λέξεις» και γινόταν ομιλών κινηματογράφος. Ο μεγάλος ηθοποιός είχε ήδη διαγράψει μία λαμπρή πορεία στο θέατρο, κυρίως στην κωμωδία που ήταν η μεγάλη του αγάπη. Προσαρμόστηκε εύκολα στις κινηματογραφικές απαιτήσεις και με όχημα το άφθονο ταλέντο του, δεν έμενε παρά να σφραγίσει τα πρώτα χρόνια της ελληνικής κινηματογραφικής κωμωδίας, προσφέροντας τα μέγιστα στην εξέλιξη της.


Ο Βασίλης Λογοθετίδης ήταν και από τους πρώτους ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου, όπου πρωτοεμφανίζεται το 1933, σε ταινίες που σχεδόν σε όλες πρωταγωνιστεί όπως «Μαντάμ Σουσού», «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «Ένα βότσαλο στη λίμνη», «Σάντα Τσικίτα», «Δεσποινίς ετών 39», «Ούτε γάτα ούτε ζημιά», «Η κάλπικη λίρα», «Ο ζηλιαρόγατος», «Δελησταύρου και υιός» και το κλασικό «Ένας ήρως με παντούφλες».

Υπήρξαν και ταινίες που την τελευταία στιγμή κάτι γινόταν και αρνιόταν τελικά να παίξει σε αυτές. Η μια ήταν το ‘’Μια ζωή την έχουμε’’, η άλλη ‘’Αλίμονο στους νέους’’ και η τρίτη και πιο προφητική, το 1960 στο ‘’Ένας βλάκας και μισός’’. Σ’ αυτήν την ταινία όταν του την πρότεινε ο Γιώργος Λαζαρίδης, ο Λογοθετίδης αρνήθηκε ευγενικά λέγοντας : «Δεν έχω αντίρρηση να γίνω Ένας βλάκας και μισός, αλλά είμαι σίγουρος πως θα σε κάψω. Όπως είμαι τώρα, δε βλέπω να τελειώνω το γύρισμα..». Πράγματι σε ένα μήνα ο Λογοθετίδης έφυγε για την γειτονιά των Αγγέλων.

Ο Βασίλης Λογοθετίδης, διακωμώδησε άψογα με τους ρόλους του τα έντονα αντιφατικά στοιχεία που προέκυπταν από τα χαρακτηριστικά που συνέθεταν το προφίλ του Έλληνα αυτοδημιούργητου αστού της μεταπολεμικής εποχής.
Το 1957 ανέλαβε καλλιτεχνική περιοδεία στις ΗΠΑ με σκοπό την καθιέρωση συστηματικής επαφής μεταξύ των θεάτρων όλων των χωρών της Γης, δίνοντας παραστάσεις σε οκτώ πόλεις των ΗΠΑ, όπου και θριάμβευσε. Κατά την υποδοχή του στην πόλη Πίτσμπουργκ, ο δήμαρχος του παρέδωσε τη “Χρυσή Κλείδα” της πόλης, κάτι που δεν είχε προηγούμενο για Έλληνα ηθοποιό. Ακριβώς σε αναγνώριση της συμβολής του αυτής στην πρόοδο της θεατρικής τέχνης και παρουσίας σε διεθνές κοινό, ο Βασιλεύς Παύλος του απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος.

Στο "Σάντα Τσικίτα" η Καίτη Λαμπροπούλου λίγο πριν βγει στη σκηνή του είπε με αγωνία, ότι ξέχασε τα βήματα του χορευτικού που έπρεπε να κάνει εκείνη την ώρα και τον παρακάλεσε να της τα θυμίσει. Τότε εκείνος γύρισε ταραγμένος και της είπε «Τι να σου θυμίσω που εγώ ξέχασα τ’ όνομα μου. Μη φοβάσαι όμως, θα τα βρούμε στη σκηνή». Και πραγματικά γινόταν έτσι.

Ο κόσμος τον αγαπούσε ιδιαίτερα επειδή, όπως έγραψε ο σημαντικότατος συγγραφέας, δοκιμιογράφος, ποιητής, κριτικός και εκπαιδευτικός Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, «υπήρξε ο άνθρωπος του λαού, που ένιωσε τον λαό και που έπαιξε για τον λαό». Στην προσωπική του ζωή όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά.

Ήταν κλειστός, μοναχικός. Συνήθιζε να περνά τις ώρες εκτός θεάτρου μόνος στο σπίτι του στο Παλαιό Φάληρο, γι’ αυτό και αντιτάχθηκε τόσο σθεναρά στην καθιέρωση της θεατρικής αργίας τη Δευτέρα, γιατί πλέον δεν είχε τι να κάνει αυτή τη μέρα!


Η Ίλυα Λυβικού παρέμεινε η βασική συνεργάτης και ο μεγάλος έρωτας της ζωής του ως τον θάνατο του σπουδαίου ηθοποιού. Ο Βασίλης Λογοθετίδης δεν ήθελε γάμους και παιδιά. Έμενε μόνος του στο Παλιό Φάληρο. Τα δύο του αδέλφια ζούσαν μακριά. Απέφευγε τις κοσμικές εμφανίσεις και είχε αφιερώσει σώμα και ψυχή στο θέατρο. Οι γείτονες του τον θυμούνται να τρώει καθημερινά μόνος, σε ένα εστιατόριο της γειτονιάς του.

Σε άλλο κείμενό του, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος είχε γράψει για το Λογοθετίδη: «Η ώρα της πικρής μοναξιάς κάνει πιο ανθρώπινη την άλλη ώρα, εκείνη του γέλιου». Μοναδική παρουσία στο σπίτι του ήταν η γυναίκα που έκανε τις οικιακές δουλειές. Ήταν εκείνη που τον βρήκε νεκρό την 20ή Φεβρουαρίου του 1960.

Ο ξαφνικός θάνατος του ηθοποιού και το λαϊκό προσκύνημα στην κηδεία του


Η Καίτη Λαμπροπούλου θυμάται τον Λογοθετίδη:

-Ήταν άνθρωπος που, χωρίς να το θέλει, σε ενέπνεε σεβασμό. Εμείς πάντα του μιλούσαμε στον πληθυντικό.

-Ήταν πάρα πολύ σεμνός. Φοβάμαι ότι δεν είχε αντιληφθεί τη μεγαλοσύνη του ταλέντου του. Γιατί ήταν χαμηλών τόνων. Ποτέ δεν τον θυμάμαι να μας έχει μαλώσει, να είναι εκνευρισμένος. Ήταν πάντα μειλήχιος.

-Βεβαίως είχε τρακ. Τόσο τρακ που δεν αντιλαμβανόταν τι γινόταν γύρω του. Θυμάμαι, είχαμε πρεμιέρα σ’ ένα έργο και τελειώνει το πρώτο μέρος καταϊδρωμένος, γιατί άλλαζε 3-4 φανέλες σε κάθε παράσταση από το άγχος και την ένταση που έβγαζε. Βγαίνοντας του λέμε «μπράβο, συγχαρητήρια, ήσασταν πάρα πολύ καλός». «Τι καλός;» μας απαντάει. «Καλά, δεν ακούσατε, τέσσερα χειροκροτήματα είχατε». «Ποια χειροκροτήματα, δεν πήρα είδηση!» Δεν πήρε είδηση! Τόσο τρακ είχε!

-Είχε ορισμένες ενοχλήσεις απ’ την καρδιά του και τις στιγμές που αισθανόταν πιο ζορισμένος, γύριζε την πλάτη του στο κοινό, είχε κάτι υπογλώσσια, τα έβαζε στο στόμα του και συνέχιζε την παράσταση.-Θυμάμαι μια φορά, στα τελευταία του ήτανε, που τον είδα να είναι έτοιμος να βγει στη σκηνή και να είναι πολύ καταβεβλημένος. Λέω, τώρα πώς θα βγει, και ήταν ο ρόλος του τεράστιος, όλο το έργο ήταν στους ώμους του. Και ξαφνικά βγαίνει στη σκηνή και ήταν άλλος άνθρωπος. Ήταν ο μεγάλος ηθοποιός. Ούτε στιγμή δεν καταλάβαινες πως αυτός ο άνθρωπος ίσως κάπου να πονούσε, ίσως κάπου να ήταν κουρασμένος. Καθόλου. Ήταν λιοντάρι.


Από αφήγηση της Καίτης Λαμπροπούλου στην εκπομπή της ΕΡΤ "ΑΝΤ’ ΑΥΤΟΥ"

Τον τελευταίο καιρό ο Βασίλης Λογοθετίδης είχε αρχίσει να εκμυστηρεύεται σε στενούς φίλους τον τρόπο που θα ήθελε να φύγει από τη ζωή: «Θα ήθελα να πεθάνω στο θέατρο», τους έλεγε. Πού αλλού; Το 1957 είχε πάθει έμφραγμα. Οι γιατροί του είπαν να μη πίνει και να μη καπνίζει. Τα μείωσε και τα δυο. Του είπαν να μη παίζει θέατρο. Αυτό ήταν αδύνατον! Συνέχιζε κανονικά τις θεατρικές του εμφανίσεις.

Το απόγευμα της 20ης Φεβρουαρίου, ο Λογοθετίδης ετοιμαζόταν να πάει στο θέατρο, όπου πρωταγωνιστούσε στην παράσταση «Ο τελευταίος τίμιος». Την ώρα που ξυριζόταν στο σπίτι του, έπαθε καρδιακή προσβολή. Η οικιακή βοηθός τον βρήκε νεκρό. «Έφυγε» λίγο πριν πάει στο θέατρο.

Οι συνάδελφοί του μίλησαν με συγκινητικά λόγια για εκείνον.

Ντίνος Ηλιόπουλος: «Ο Λογοθετίδης υπήρξε παράδειγμα γενναίου καλλιτέχνη, που δε θέλησε να υποκύψει αμαχητί». 

Δημήτρης Χορν: «Αν δεν υπήρχε το εμπόδιο της γλώσσας, θα είχε αναγνωριστεί από όλο τον κόσμο ως ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής μας». 

Κάρολος Κουν: «Θρηνώ τον θάνατο του Λογοθετίδη και αισθάνομαι να έφυγε κάτι πολύτιμο». 

Μαίρη Αρώνη: «Ξέρω πως στη δική μου νεότερη γενιά δεν θα ξαναδούμε Λογοθετίδη. Δεν γεννιούνται συχνά οι μεγάλοι».

Η είδηση του θανάτου του βύθισε στο πένθος όχι μόνο τους ανθρώπους του θεάτρου, αλλά και χιλιάδες κόσμου, που όχι μόνο θαύμαζε τον ηθοποιό αλλά τον αγαπούσε. Ύστερα από εντολή του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα και η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη. Στο «τελευταίο του ταξίδι» συνόδευσαν τον ηθοποιό 50.000 άτομα! Η κηδεία του μετατράπηκε σε λαϊκό προσκύνημα.

Η Σμάρω Στεφανίδου θυμάται τον θάνατο και την κηδεία του Λογοθετίδη
Παίζαμε, αν δεν απατώμαι, ένα έργο του Τζαβέλα, «Η Γυνή να φοβήται τον Άντρα», ήταν η τελευταία παράσταση νομίζω, ή η προτελευταία, και πήγα εκεί, και βγαίνει η ταμίας και μου λέει, έτσι στεγνά, από αυτά που δεν τα πιστεύει κανείς, «Ο Λογοθετίδης πέθανε!»… τι αντίδραση, δε θυμάμαι… δεν το πίστεψα… ανέβηκα πάνω κι όταν το διαπίστωσα αυτό το πράγμα… ήταν πολύ θλιβερό… Η δε κηδεία του ήταν ένα πράγμα… τι να σου πω δηλαδή, όλη η Αθήνα τον ακολούθησε… τον αγαπούσανε πολύ, ήταν αξιαγάπητος… και τον ραίνανε με λουλούδια και, θα σου φανεί περίεργο, γελούσανε και χειροκροτούσανε! Λες κι είχε την τελευταία του πρεμιέρα.
Από την εκπομπή της ΕΡΤ "Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ ΛΑΜΠΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ"

Εκατοντάδες στεφάνια κατατέθηκαν στη μνήμη του από πολιτικούς, συναδέλφους και φίλους. Το πλήθος, που είχε γνωρίσει τον ηθοποιό μέσα από τους ρόλους του, χειροκροτούσε με δάκρυα στα μάτια και οι εφημερίδες της εποχής μιλούσαν για μία «δυσαναπλήρωτη απώλεια». Και επειδή δεν είχε κανέναν στον κόσμο για να δεχτεί συλλυπητήρια μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία, ο κόσμος πλησίαζε τους άλλους ηθοποιός που δέχονταν τα συλλυπητήριά τους. Όλοι πενθούσαν... είχαν χάσει έναν δικό τους άνθρωπο.

Μία άλλη φορά, μόλις είχε τελειώσει το έργο, οι συνάδελφοι του τον επευφημούσαν για την ομορφιά του ρόλου του και πόσο καλά τον είχε ενσαρκώσει, αλλά εκείνος σαν να μην είχε ξυπνήσει ακόμα από το όνειρο, τους ρωτούσε. «Καλώς ήμουν?» του απαντούσαν «πολύ καλός. Δεν είδες τον κόσμο?» «Δεν είδα» τους έλεγε ο Λογοθετίδης, «Δεν άκουσες?» «Δεν άκουσα» έλεγε πάλι ο Βασίλης σαν να ήταν χαμένος ακόμα στον  ρόλο που ενσάρκωνε πριν λίγα λεπτά.

Ο Βασίλης Λογοθετίδης πέθανε μόνος, αλλά η τελευταία του διαδρομή έγινε όπως ακριβώς άξιζε. Με το χειροκρότημα του κοινού...

Πηγή: newsbeast.grfinosfilm.comellinikoskinimatografos.grmixanitouxronou.grlogomnimon.wordpress.com

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Χριστουγεννιάτικα τραγούδια - Frosty the Snowman

Η μοναδική ολική έκλειψη Ηλίου του 2020 και Εντυπωσιακή "βροχή" από πεφταστέρια απόψε

Σαν Σήμερα 20 Ιουλίου

Μέγας Βασίλειος - Προς τους νέους: Πως να ωφελούνται από τα Ελληνικά γράμματα, Η Μέρος

Violet Jessop - Η γυναίκα που επιβίωσε από τρεις θαλάσσιες καταστροφές

Η ταυτότητα της ημέρας

Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις - 48. «Η Αισθηματική Αγωγή» - Γκουστάβ Φλωμπέρ