Τα ναυάγια που συγκλόνισαν την Ελλάδα: Χειμάρρα - 19 Ιανουαρίου 1947



«Το πλοίο χτύπησε σε νάρκη»
«Το πλοίο βρήκε σε ξέρα»
«Έγινε έκρηξη»
«Στο πλοίο ταξίδευε ένας μικρός αριθμός πολιτικών κρατουμένων»
«Στο πλοίο ταξίδευε ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών κρατουμένων»
«Οι πολιτικοί κρατούμενοι ταξίδευαν δεμένοι»
«Υπήρχαν θύματα από τους πυροβολισμούς που έριξαν οι χωροφύλακες»
Το σίγουρο είναι ότι μιλάμε για το πιο χειρότερο και πολύνεκρο ναυάγιο που συγκλόνισε τη χώρα το μακρινό 1947 .....

Το επιβατηγό ατμόπλοιο «Χειμάρρα», που ανήκε προηγουμένως στη Γερμανία με την ονομασία «Χέρτα», δόθηκε στη χώρα μας ως πολεμική επανόρθωση και το εκμεταλλευόταν το Δημόσιο.

Απέπλευσε στις 8:30 το πρωί της 18ης Ιανουαρίου 1947, από τη Θεσσαλονίκη για τον Πειραιά, με 544 επιβάτες και 86 άνδρες πλήρωμα.
Στις 4:10 τα ξημερώματα της 19ης Ιανουαρίου έπλεε στον Νότιο Ευβοϊκό προσέκρουσε λόγω της πυκνής ομίχλης στις βραχονησίδες Βερδούγια, μεταξύ Νέων Στύρων και Αγίας Μαρίνας.

Η σφοδρή πρόσκρουση προκάλεσε εισροή υδάτων και σοβαρό πρόβλημα στο πηδάλιο του πλοίου, με αποτέλεσμα να παραμείνει ακυβέρνητο. Το πλήρωμα του Χειμάρρα δεν φρόντισε να διατηρήσει την τάξη κατά την εγκατάλειψη του σκάφους, που έγινε τελείως ανεξέλεγκτα.

Αν και το επιβατηγό βυθίστηκε μιάμιση ώρα αργότερα και σε απόσταση μόλις ενός μιλίου από την Αγία Μαρίνα, ο πανικός που επικράτησε κατά την εγκατάλειψη του πλοίου, το φοβερό ψύχος και τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα της περιοχής, είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον 383 άνθρωποι. Ανάμεσά τους πολλά γυναικόπαιδα, πολιτικοί κρατούμενοι και χωροφύλακες συνοδοί.

Σύμφωνα με μαρτυρίες των ναυαγών, η τραγωδία θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν το πλήρωμα είχε παραμείνει ψύχραιμο και το πλοίο είχε στραφεί με το χειροκίνητο πηδάλιο προς τη στεριά....



ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΙ

Οι χωροφύλακες είχαν δέσει τα χέρια των πολιτικών κρατούμενων που υπήρχαν στο καράβι (λόγω του εμφυλίου πολέμου) αν και έπρεπε μέσα στο καράβι να τους τα έχουν λύσει τα χέρια. Στο καράβι υπήρχε φρουρά από 30-40 χωροφύλακες, ενώ οι πολιτικοί κρατούμενοι θα πρέπει να ήταν τουλάχιστον 300 και όχι 39, όπως είναι η επίσημη εκδοχή.



Σύμφωνα με μαρτυρίες διασωθέντων όλο τον πανικό και τη ζημιά, την έκαναν οι χωροφύλακες. Τράβηξαν τα όπλα όχι για να σκοτώσουν, αλλά γιατί φοβήθηκαν και ήθελαν να προλάβουν να μπουν αυτοί στη βάρκα για να σωθούνε. Οι βάρκες, όμως, αυτές δεν χωρούσαν τόσο κόσμο, καθώς οι 300 κρατούμενοι ήταν επιπλέον του κανονικού φορτίου. Ήταν, όμως, διαταγή να τους πάρει το βαπόρι από τη Θεσσαλονίκη και δεν μπορούσαν να πουν όχι.





Οι μαρτυρίες των επιζώντων

Ο ασυρματιστής Γεώργιος Φρέρης κατέθεσε: «Τα νερά εισορμούσαν από το ρήγμα. Το σκάφος βούλιαζε σιγά σιγά. Ο πανικός ήταν αφάνταστος. Όλοι έτρεχαν για τις λίγες βάρκες. Άλλοι παρακαλούσαν τη Μεγαλόχαρη και τον Άγιο Νικόλαο και άλλοι βλαστημούσαν. Μανάδες που είχαν χάσει τα παιδιά τους στον πανικό έβγαζαν άναρθρες κραυγές. Παιδιά που ζητούσαν τη μάνα τους ούρλιαζαν, έκλαιγαν, θρηνούσαν. Ήταν σπαραγμοί. Ήταν παραφροσύνη…».

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξαν και κάποιοι που με αυτοθυσία βοήθησαν τους συνεπιβάτες τους. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ εφημερίδων της εποχής μια τέτοια περίπτωση ήταν της Ελπινίκης Κωνσταντζόγλου από τη Θεσσαλονίκη, η οποία κολύμπησε έξι ώρες στα παγωμένα νερά και κατάφερε να σώσει δέκα επιβάτες....

Ο στρατιώτης Ανδρέας Χριστόπουλος είχε περιγράψει το εξής τραγικό περιστατικό:

«Όταν το καράβι άρχισε να βουλιάζει, ο πιο πολύς κόσμος δεν το είχε εγκαταλείψει ακόμη. Και βρέθηκε απότομα στη θάλασσα και ρουφήχτηκε από τη δίνη. Εγώ με απεγνωσμένες κινήσεις των ποδιών και των χεριών κατάφερα να φτάσω μισοπνιγμένος στην επιφάνεια. Με το κουράγιο της απελπισίας, έπλεα ώρες στο νερό. Κοντά μου, παράδερνε μια μάνα με το παιδί της. Σε λίγο το παιδί πέθανε και εκείνη για να γλιτώσει, άφησε να το πάρει το κύμα…»....

Ένας ακόμη επιζών ήταν ο 19χρονος τότε Ντίνος Κοσμόπουλος, μετέπειτα δήμαρχος της Θεσσαλονίκης. Τότε ήταν 19 χρόνων και μετέβαινε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα για να συναντήσει τον πατέρα του. Όπως είχε αναφέρει:


«Πήδηξα στη θάλασσα όταν το πλοίο άρχισε να μπατάρει. Δεν θα ξεχάσω τη νεκρική σιγή που επικράτησε όταν το πλοίο εξαφανίστηκε από την επιφάνεια της θάλασσας. Μετά άρχισαν τα ουρλιαχτά. Η θάλασσα είχε γεμίσει από ναυαγούς. Παλεύανε λίγο με το νερό και μετά βουλιάζανε. Ευτυχώς, εγώ βρήκα ένα μεγάλο σανίδι να επιπλέει δίπλα μου, αρπάχτηκα από αυτό και κατάφερα να επιζήσω, κολυμπώντας εφτά με εννιά ώρες. Είχε φτάσει πια μεσημέρι, όταν μας μάζεψαν κάτι καΐκια από τη Ραφήνα και μας πήγαν στα Στύρα Ευβοίας»....




Ο Αλέκος Ξυλάκης,που μεταφερόταν μαζί με άλλους 35 συντρόφους του στην εξορία, θυμάται:

"Επιβιβαστήκαμε στο "Χειμάρρα" στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης κατά τις 7 το πρωί. Μόλις ξεκίνησε το πλοίο, εμείς οι πολιτικοί κρατούμενοι διαμαρτυρηθήκαμε γιατί μας είχαν δεμένους. Μετά την επίμονη στάση μας, ήρθε ο καπετάνιος και είπε στους αστυνομικούς να μας λύσουν. Τα προβλήματα άρχισαν μόλις το πλοίο βγήκε από τον Θερμαϊκό. Επαθε βλάβη και για κάποιο χρονικό διάστημα ήμασταν ακυβέρνητοι. Στη 1 τα ξημερώματα της Κυριακής φθάσαμε στη Χαλκίδα και σε λίγο το "Χειμάρρα" απέπλευσε. Μετά από λίγες ώρες το πλοίο συγκλονίστηκε από μια τρομερή έκρηξη. Επακολούθησε πανικός. Δε λειτουργούσε τίποτε. Επικράτησε απόλυτο σκοτάδι. Το "Χειμάρρα" ήταν ακυβέρνητο. Ολοι οι πολιτικοί εξόριστοι είχαμε συγκεντρωθεί στο κατάστρωμα. Ενας σύντροφός μου, ο Αριστείδης, είχε μία λάμπα θυέλλης και την άναψε. Ο Παναγιώτης ο Τάρπογλου έρχεται και μας λέει ότι τα αμπάρια γεμίσανε νερό. Από ένα κιβώτιο παίρνουμε σωσίβια. Βγάζω τα ρούχα μου, το φοράω και ζητάω από τους άλλους συγκρατούμενούς μου να κάνουν το ίδιο. Το καράβι απότομα γέρνει αριστερά και αρχίζει να βυθίζεται. Ανέβηκα στην κουπαστή και έπεσα στη θάλασσα. Στο μεταξύ πολλές ναυαγοσωστικές βάρκες άρχισαν να αναποδογυρίζουν γιατί ήταν υπερφορτωμένες. Οι στιγμές ήταν εφιαλτικές. Από όλα τα σημεία ακούγονταν σπαρακτικές κραυγές βοήθειας. Κολυμπώ μερικά μέτρα και βλέπω τη λάμπα να τρεμοσβήνει και ακριβώς την ώρα εκείνη το πλοίο να χάνεται. Καθώς κολυμπούσα προς την ακτή ένιωθα κάθε λίγο τα σώματα των πνιγμένων που ανέβαιναν στην επιφάνεια του νερού. Μετά από ώρες έφθασα στην ακτή. Στις δέκα το πρωί πέρασε ένα καϊκι και όπως οι ναυτικοί με είδαν να στέκομαι γυμνός στην ακτή, ήρθαν κοντά μου".



ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΚΑΙ Η ΔΙΚΗ

Aρχικά λόγω του ψυχροπολεμικού κλίματος της εποχής, αποδόθηκε σε σαμποτάζ κομμουνιστών ή πρόσκρουση σε νάρκη. Η δίκη αργότερα κατέδειξε ευθύνες του καπετάνιου που παρεξέκλινε της πορείας (ο δεύτερος πλοίαρχος Μπέρτολς, που ήταν βάρδια την ώρα του ναυαγίου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 μηνών και ο πλοίαρχος Μπελέσης σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή). Αναπάντητο έμεινε το ερώτημα, γιατί δεν χρησιμοποιήθηκε ο εφεδρικός ασύρματος, που θα μπορούσε να είχε σώσει ζωές επιβατών....

Επιβλήθησαν ποινές προσωρινής στέρησης άσκησης του ναυτικού επαγγέλματος: α) στον πλοίαρχο Σπ.Μπιλλίνη την ποινή των 9,5 μηνων για βαρειά αμέλεια περί την εκτέλεση των καθηκόντων β) στον ύπαρχο Ιωαν.Μπέρτση την ποινή των 6 μηνών για αμέλεια περί την εκτέλεση των καθηκόντων γ)στον ανθ/ρχο Αθαν.Καναβά την ποινή του 1 μήνα για αμέλεια περί την εκτέλεση των καθηκόντων, όπως επίσης και στους μηχανικούς Νικ.Δρανδάκη 12 μήνες,Γεώρ.Παπαγιανόπουλο 6 μήνες και Παν.Μπογιατζίδη 6 μήνες....



Για την απώλεια του πλοίου το Ελληνικό Δημόσιο εισέπραξε από την ασφάλεια 70.000 λίρες Αγγλίας.

Πηγές:news247.gr,mixanitouxronou.gr,sansimera.gr,kpedraplimania.pblogs.gr, rizospastis.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άντον Τσέχωφ: Ο Γλάρος - Αποσπάσματα

Ντάριο Φο: Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες...

Λόρδος Βύρων - Αποφθέγματα

Γιάννης Δαλιανίδης - Κατήφορος

Ιμμάνουελ Καντ - Αποφθέγματα

Νίκος Καζαντζάκης - Αποφθέγματα (Γ Μέρος)

Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης - Η παλαιότερη εν ενεργεία μονή στη Ελλάδα και την Ευρώπη