Δημήτρη Ψαθά - Η Θέμις έχει νεύρα: Η Ωραία Ελένη



Αυτός ο Τρωικός πόλεμος που έγινε εκεί έξω, σ’ ένα απ’ τα χωριά της Αττικής, έχει πολύ διαφορετικό τέλος απ’ των αρχαίο. Άρχισε, βέβαια, με την απαγωγή της ωραίας Ελένης. Μια απόπειρα απαγωγής. Και δεν κατέληξε καθόλου στην καταστροφή της Τροίας. Ούτε έχει στον επίλογο του τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα, αν εξαιρέσει κανείς τις περιπλανήσεις όλων των ηρώων του στην αστυνομία, στ’ ανακριτικά γραφεία, στις εισαγγελίες και σ’ όλους τους πολυδαίδαλους δρόμους του άντρου της Θέμιδος. Δυστυχώς δεν υπάρχει Όμηρος να τραγουδήσει αυτή την περιπετειώδη και δραματικήν Οδύσσεια.

- Πώς λέγεσαι;
- Ελέν’.
- Πού γεννήθηκες;
- Στου Μνιδ’.
- Πόσων ετών είσαι;
- Είκοσ’.

Είκοσι χρονών είναι η ωραία Ελένη του Μενιδίου. Ο μακαρίτης ποιητής της Ιλιάδος δεν ξέρω να μας έδωκε πουθενά περιγραφή της ηρωίδος του. Ανωτέρα πάσης περιγραφής ήταν, φαίνεται, η διάσημη εκείνη ελαφρόμυαλη. Για να εξάψη, λοιπόν, την φαντασία μας ισχυρίστηκε ότι καθώς επρόβαλε κατά τη διάρκεια του σαματά επάνω απ’ τα τείχη, την είδαν οι σεβάσμιοι γέροντες, ερρίγησαν, τα έχασαν, εχάιδεψαν τις γενειάδες τους κι είπαν πως για μια τέτοια γυναίκα αξίζει να γίνουν δέκα πόλεμοι. Το οποίον σημαίνει ότι οι άντρες, προκειμένου περί γυναικών, δεν βάζουν γνώση ούτε και στα βαθιά γεράματά τους. Αυτό συμβαίνει, από αρχαιοτάτων χρόνων έως τις μέρες μας, δεδομένου ότι την ίδια περίπου παρατήρηση έκανε και το ακροατήριο του δικαστηρίου, μόλις  είδε να εμφανίζεται μπροστά στην έδρα η ωραία Ελένη του Μενιδίου.

- Μπρε, μπρε, μπρε!
- Θαύμα, αδερφέ μου.
- Πώ, πώ, πώ!
- Άξιζε να γίνη μαλλιοβράση.

Μενέλαος δεν υπάρχει. Γιατί, απλούστατα η ηρωίδα του τρωικού πολέμου του χωριού είναι ανύπαντρη. Υπάρχει όμως ο Πάρις, στρωμένος εκεί στο ταπεινό εδώλιο, γύρω-γύρω το κεφάλι ξυρισμένο και μια τούφα μαλλιά μονάχα που πέφτουν μεσ’ στο μέτωπο. Υπάρχει και ο Έκτωρ, που δεν τον έδεσε, βέβαια, κανένας Αχιλλεύς στο άρμα του κι επολέμησε με όλη την ανδρεία που επέβαλλαν οι περιστάσεις. Αλλά κι αυτός κατάντησε να οδηγηθεί στο εξευτελιστικό εδώλιο επί συνεργεία στην απόπειρα απαγωγής. Θανάσης ο πρώτος. Μήτρος ο αδελφός του και τρίτος συνεργός, λεβέντης γαλατάς του Μενιδίου, πασίγνωστος καυγατζής Χαράλαμπος, σιωπηλός, μυστήριος, κατσούφης.

Τρεις είναι οι κατηγορούμενοι. Ούτε ενός βλέμμα το τους αξιώνει η ωραία. Με τα χέρια σταυρωμένα, με τα μάτια χαμηλά διηγείται την περιπέτειά της κι εκθέτει ολόκληρο το ιστορικό του έρωτά του Θανάση, ο οποίος μη έχοντας “χτήματα και πρόατα”, ενόμισε ότι μπορούσε ν’ απόκτηση τα “χτήματα και τα πρόατα” της ωραίας απλώς και μόνο με τα γλυκά του μάτια.

- Σε κυνηγούσε;
- Αμή;
-Σου μιλούσε;
- Αμή;
- Κι εσύ τι έκανες;
- Αμ’ τι να του πω καν’; Λιέου, άϊ Χριστιανέ μ’ στη δ’λειά σ’ κι μη του μάθη ου πατέρας κι θα σ’ του πρήξη του κιφάλ’! Εμ τούτου του ζωντόβουλου δεν ιέπιρνι να καταλάβ παρά ιρχότανι κι ξαναρχότανι κι ματαρχότανι!
- Σ’ αγαπούσε;
- Ιέτς έλεγι.
- Κι εσύ δεν τον ήθελες …
- Ουόχ!
- Λοιπόν;
- Έλεγι Ιελέν θα σι κλέψου! Κι αν δε σι κλέψου θα σκοτωθώ. Κι αν δεν σκοτωθώ θα σε σκοτώσω! Κι αν δε σι σκοτώσω τα βάλου φωτιά να σου κάψου του σπιτ’ σου κι τουν πατέρα κι την μάννα σ’ κι ούλα σου τα πρόατα!

Τέτοιον έρωτα είχε ο δυστυχής ο Πάρις ο επιλεγόμενος για την ακρίβεια Θανάσης. Από όλες δε αυτές τις απειλές, στις οποίες τον οδηγούσε το φλογερό του πάθος, ευτυχώς δεν επραγματοποίησε παρά την λογικότερη. Συνέλαβε το σχέδιο της απαγωγής. Το εκμυστηρεύτηκε στον αδελφό του. Εκάλεσε σ’ ενίσχυση και τον Χαραλάμπη τον Κατσούφ’. Συμβούλιο έκτακτο έγινε σ’ ένα καφενεδάκι του χωριού κι οι απληροφόρητοι ζήτησαν λεπτομερείς πληροφορίες:

- Σι θελ’ ουρέ;
- Ουόχ!
- Ισύ τη θελ’ς;
-  Εμ την θέλου, ρε Μήτρου.
- Να την κλέψουμι!
- Εμ, να την κλέψουμι!
- Κόλλα το, ρε Θανάσ’!

Έδωσαν τα χέρια οι τρεις συνωμότες και δρόσισαν την απόφασή τους μ’ αρκετή ρετσίνα, αφού, μάλιστα, επρόκειτο περί κόρης πλουσίου χωρικού, διαθέτοντος άφθονα πρόατα και χτήματα. Έτσι κατέστρωσαν λεπτομερή σχέδια της απαγωγής κι ένα βραδάκι, καθώς η ωραία Ελένη ξεμάκρυνε μονάχη της λίγο έξω στα χωράφια, επέδραμαν να την αρπάξουν. Δυστυχώς όμως η Ελένη του χωριού δεν ήταν τόσο βολική όπως η παλιά συνώνυμή της. Στις φλέβες της έτρεχε αίμα αρβανίτικο κι ανέπτυξε αυτοστιγμεί θάρρος και αποφασιστικότητα δυσάρεστη για την παρέα. Όταν είδε τα σκούρα, πρώτα έβαλε τις φωνές. Ύστερα σήκωσε την γκλίτσα και την κατάφερε στο κεφάλι του Πάρι. Εβάρεσε μια γροθιά του Έκτορα και μια κλωτσιά του γαλατά. Οπισθοχώρησαν οι τρεις κι ανταπετέθηκαν αμέσως. Αλλά η Ελένη άρπαξε μια πέτρα, την έφερε στο κεφάλι του Χαράλαμπου, έδωσε μια γροθιά στον Έκτορα, μια κλωτσιά του δυστυχούς Θανάσ’, ενώ συγχρόνως έσκουζε απαίσια. Επηκολούθησε πάλη ομηρική. Εξαγριωμένους ο Πάρις ώρμησε και την άρπαξε στα μπράτσα του, εκείνη όμως εκάρφωσε τα νύχια της στο πρόσωπο του ενώ κλωτσούσε μανιωδώς, έτσι που δύο φορές οι πλατειές της πατούσες εστραπατσάρησαν τη μούρη του θυμοειδούς Έκτορα της παρέας. Η ηρωική τριάς όμως δεν το έβαλε κάτω και, κρατώντας την ωραία Ελένη από χέρια και πόδια, έκανε να τραβήξη πέρα στα χωράφια.

Δυστυχώς ή ευτυχώς τα πράγματα δεν τελείωσαν εκεί. Απ’ τις φωνές της Ελένης αναστατώθηκε το χωριό, έφτασαν πολλοί συγγενείς και μη, με ξύλα και με ρόπαλα. Μάχη κραταιά δόθηκε αμέσως. Πολλά κεφάλια άνοιξαν. Άφθονο έτρεξε το αίμα. Κατέφθασε και η αστυνομία. Αποτέλεσμα της επικής αυτής της σελίδας ήταν η παιζότης του δικαστηρίου. 

- Σήκω επάνω, Θανάση.
Αξιοδάκρυτος:
- Ιγώ;
- Εσύ. Γιατι το έκαμες αυτό
- Την αγαπάω. Κι θόλωσε του ματ’ μου.

Κάτι ανάλογα είπαν κι οι συνεργοί. Τα επανέλαβε με βροντώδη φωνή η υπεράσπιση:

- Ιθόλουσε του μάτι μας, κ. δικασταί! Ηκούσατε την ειλικρινή φωνή του δυστυχούς πελάτου μας. Από καταβολής κόσμου, από της εποχής του τρωικού πολέμου η μοίρα του άρρενος είναι να διαπράττη ηλιθιότητας δια την κατάκτησην του θήλεος. Εις πάντα έρωτα γλυκεία υπάρχει υπόκρουσης ηλιθιότητος. Βλακεία και μόνον βλακεία, βλακεία απορρέουσα από ένα θολωμένο νου είναι η υπαγορεύσασα τας πράξεις του πελάτου μας.

Εννοείται ότι όλα αυτά τ’ ακούει βερεσέ το δικαστήριο. Έξι μήνες φυλακή φορτώνει στον Πάρι, τρεις στον Έκτορα και μήνα, στον πιστό του οπαδό Χαράλαμπο. Εκτός από την ψυχική οδύνη και τα έξοδα. Έτσι άδοξο στάθηκε δυστυχώς το τέλος του νεότερου αυτού τρωικού πολέμου. 

Δημήτρη Ψαθά, Η Θέμις έχει νεύρα, Εκδόσεις Μαρία Ψαθά

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άντον Τσέχωφ: Ο Γλάρος - Αποσπάσματα

Νίκος Καζαντζάκης - Αποφθέγματα (Γ Μέρος)

Πιέρ Πάολο Παζολίνι - Αποφθέγματα

Αποφθέγματα Αγίου Γρηγορίου Νύσσης

Ντάριο Φο: Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες...

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος - Αποφθέγματα